Δευτέρα 29 Οκτωβρίου 2012

Ένα συνηθισμένο μεσημέρι στη Θεμιστοκλέους...


Ήταν λίγο πριν τις 3 το μεσημέρι. Κυριακή 28 Οκτωβρίου. Η Θεμιστοκλέους αντηχούσε μαρσαρίσματα, τρυπάνια και ήχους εργασιών από τα συνεργεία του δήμου. Σκόνη παντού, στον αέρα που φυσά, στην άσφαλτο χώμα. Το πεζοδρόμιo βία 30 εκατοστά, ένα ζευγάρι πόδια ξεπροβάλλει από την είσοδο μιας πολυκατοικίας. Γυναικεία, οκλαδόν, γυμνές γάμπες, μαύρες γόβες, διακρίνεται η φούστα, πλησιάζω και ξαφνικά βλέπω ένα κατάλευκο χέρι να τεντώνεται πάνω από μία δερμάτινη τσάντα. Σκέφτομαι ασυναίσθητα "κάτι θα ψάχνει", μέχρι που φτάνοντας στο σημείο να την προσπεράσω, βλέπω μια σύριγγα να τρυπά το εσωτερικό του αγκώνα, στη φλέβα. Το χέρι με μια φευγαλέα ματιά δεν φαίνεται πολυτρυπημένο, ταλαιπωρημένο από την προσπάθεια να βρεθεί μια νέα φλέβα μετά από χρόνια χρήση.
Δαγκώνομαι, σοκαρίστηκα, μια αξιοπρεπέστατη κοπέλα που δεν θα μπορούσες να φανταστείς ποτέ ότι κάνει χρήση ουσιών στέκεται μέρα μεσημέρι στη μέση του δρόμου και ψάχνει να βρει φλέβα για να πάρει τη δόση της. Πέντε μέτρα πιο μπροστά δύο τύποι περιμένουν, εγώ έχω ήδη πεταχτεί από το ξάφνιασμα στο απέναντι πεζοδρόμιο. Ο ένας βγαίνει πιο μέσα στο δρόμο να ελέγξει αν όντως πήρε τη δόση, μάλλον ήταν ο προμηθευτής... Τουλάχιστον κρίνοντας από το πρόσωπό του, θα μπορούσε...
Στην πλατεία Εξαρχείων οι άνθρωποι διαφορετικοί, από γιαγιάδες με τα εγγόνια που παίζουν στην παιδική χαρά, ζευγαράκια που τρώνε στο χέρι και συζητάνε στο παγκάκι, παρέες παιδιών που κάθονται με τους πιο εφευρετικούς τρόπους, μια κοπέλα κάθεται σ' ένα παλιό καναπέ που λειτουργεί ως παγκάκι, στο οποίο έχει βρει το ιδανικό κρεβάτι ένας σκύλος, μερικοί άνθρωποι, μοναχικοί που φαίνεται πως είναι χρήστες και δυο-τρεις άντρες που μόλις έχουν πουλήσει το "εμπόρευμα" και κάθονται μακάριοι χαζεύοντας τους περαστικούς μήπως και βρουν τον επόμενο πελάτη.
Η συννεφιά βοηθά να αποδοθεί άψογα η αίσθηση αυτής της αλλόκοτης πραγματικότητας... Αυτή που στην προσπάθεια να την αποφύγουν χιλιάδες άνθρωποι(κι αυτό είναι το τρομακτικό) πέφτουν στην παγίδα να την κάνουν όλο και χειρότερη.
Καταστρέφουν τη ζωή, τα όνειρά τους, αλλά και το μυαλό τους, με το οποίο θα μπορούσαν να κάνουν τόσα πολλά. Κι αναρωτιέμαι ποιος είναι ο πραγματικός υπεύθυνος, οι σιχαμένοι κι ελεεινοί έμποροι; Οι οικογένειες που δεν φρόντισαν να γαλουχήσουν και να προστατεύσουν τα παιδιά τους; Το σχολείο που δεν έδωσε τη δέουσα σημασία στο να εμφυσήσει στα παιδιά τις αξίες και τα πνευματικά εφόδια για να τα θωρακίσει από όλα αυτά; Τα παιδιά που φάνηκαν αδύναμα και έπεσαν στην παγίδα των ναρκωτικών που, σαν φαύλος κύκλος, άπαξ και ανοίξει πολύ δύσκολα κλείνει; Η κοινωνία ολόκληρη που ανέχεται το εμπόριο ναρκωτικών για πολλούς και διαφορετικούς λόγους, σίγουρα, όμως, όχι ανθρωπιστικούς; Και που στερεί την ελπίδα από τα μέλη της, δημιουργώντας απελπισμένες και απεγνωσμένες ψυχές; Όλοι μαζί ίσως;
Ξαφνικά αισθάνομαι φόβο, ανασφάλεια. Τελικά, κανείς δεν μπορεί να μας προστατεύσει, αλλά από τί; Από ποιον; Ποια είναι τα σημαντικά και ποια τ' ασήμαντα; Ποιος το ορίζει αυτό; Γιατί μια κοινωνία καταρρέει και γιατί θεωρεί τους ανθρώπους λιγότερο σημαντκούς από τα χρήματα;
Ξέχασα. Τώρα διαπραγματευόμαστε τα οικονομικά μέτρα και μεγέθη, οι ζωές των ανθρώπων έπονται...
Κρίμα, εγώ ήξερα ότι η ανθρώπινη ζωή είναι ανεκτίμητη. Μάλλον κάτι λάθος έχω μάθει, μετά από ένα ποσό η ανθρώπινη ζωή και εκτιμάται και υποτιμάται ακόμη ευκολότερα...
Καλή μας εβδομάδα!