Τρίτη 5 Σεπτεμβρίου 2023

Τα καλοκαίρια ως ευφημισμός

ⓒΑλέξανδρος Αβραμίδης - Reuters

Τη δεκαετία του '90 που μεγάλωνα, πολύ πριν μπουν στην καθημερινότητά μας τα κινητά, το ίντερνετ, τα social media, οι φτηνές αεροπορικές εταιρείες, τα all-inclusive ξενοδοχεία-γίγαντες, αλλά ακόμη και το μετρό, (αναφέρομαι στην εποχή που δεν υπήρχε καν η γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου και για να περάσεις από Πελοπόννησο στην δυτική Στερεά και στην Ήπειρο, έπρεπε να πάρεις το φεριμπότ, ω ναι), το καλοκαίρι είχε μια πολύ διαφορετική έννοια.

Δεν ήταν όλα υπέροχα ή εύκολα ακόμη και για ένα παιδί που δεν έχει τις ανησυχίες των ενηλίκων, υπήρχαν πάρα πολλά προβλήματα, αλλά δύο και πλέον δεκαετίες μετά, διαπιστώνουμε όλες και όλοι πως μέσα στα χρόνια χάθηκαν και αυτά που έκαναν το καλοκαίρι κάτι που άξιζε να περιμένεις. Δεν πρόκειται για το πέπλο νοσταλγίας που εξαφανίζει τα άσχημα. Και φωτιές και ναυάγια και συντριβές αεροπλάνων και ελικοπτέρων και θανάτους γνωστών κι αγνώστων και καταστροφικούς σεισμούς και την περίφημη εξάρθρωση της 17Ν σε απευθείας σύνδεση έχουμε να θυμόμαστε από τότε.

Η διαφορά ίσως να είναι ο καταιγιστικός ρυθμός των αποκαρδιωτικών, απογοητευτικών, καταστροφικών γεγονότων, το ότι αυτά έρχονται σωρευτικά σε μια -σχεδόν- 15ετία που έχει κλονίσει και υποβαθμίσει με τρομακτικό τρόπο την καθημερινότητα, την ποιότητα ζωής μας, το όποιο αίσθημα ασφάλειας και σταθερότητας υπήρχε. Αυτή η διαρκής αγωνία για όλα, για το πώς θα βγει η μέρα, η εβδομάδα, ο μήνας, για το πώς θα πληρωθούν λογαριασμοί ενώ κάθε μέρα αλλάζουν και εμφανίζονται νέες, αυξημένες χρεώσεις, για το ποιες άλλες περικοπές μπορούν (ή δεν μπορούν) να γίνουν, για το ότι πρέπει να είμαστε/παραμείνουμε υγιείς, γιατί αν συμβεί κάτι σ' εμάς ή στους αγαπημένους μας δεν θα μπορούμε να ανταπεξέλθουμε οικονομικά και δεν θα έχουμε-ουν την περίφημη δωρεάν περίθαλψη που χρειαζόμαστε, αλλά η οποία δεν (υπο)στηρίζεται από εκεί που -και όπως- πρέπει. Κι αυτές είναι μόνο μερικές εκφάνσεις αυτής της αδιάκοπης αγωνίας και του άγχους που έχουν καταλήξει πια υπαρξιακά.

Μέσα σε αυτά τα καθημερινά πρακτικά, που είναι πάντα παρόντα, έρχονται και προστίθενται δυστυχήματα (ο φετινός Μάρτιος ήταν από τους πιο μαύρους), περιβαλλοντικές καταστροφές που στο όνομα της κλιματικής κρίσης (την οποία εμείς, ως ανθρωπότητα, αλλά κυρίως η ολιγωρία και απραξία των κυβερνήσεων παγκοσμίως προκάλεσε) προσπαθούν να κρύψουν τις τεράστιες ευθύνες των αρμόδιων, οι οποίες αφορούν το παρόν, αλλά φτάνουν και σε βάθος χρόνου· ενώ το μόνο που αφήνουν πίσω τους είναι στάχτη και πραγματική, ολοκληρωτική καταστροφή. 

Σκάνδαλα υποκλοπών, το περίφημο "gentrification" (ο υποτιθέμενος εξευγενισμός) και η "ανάπτυξη" που έχει κάνει αφόρητο και απλησίαστο το κέντρο της Αθήνας και όλα τα ανεξέλεγκτα υπερ-τουριστικοποιημένα μέρη της χώρας, νομοσχέδια που περνούν στα ψιλά εν μέσω πολυήμερων πυρκαγιών σε έναν ολόκληρο νομό και αφορούν το τί εγκαταστάσεις μπορούν να γίνουν σε καμένες περιοχές, ατυχήματα και δυστυχήματα που θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί εάν υπήρχε στο ελάχιστο η οργάνωση και οι δικλείδες ασφαλείας που επιβάλλονται, πλημμύρες που δεν θα είχαν συμβεί εάν είχαν προστατευθεί αρχικά τα δάση και εν συνεχεία, αν είχαν γίνει όλες οι προβλεπόμενες εργασίες από τους φορείς (δήμους και περιφέρειες) όταν και όπως έπρεπε· ανεκτίμητης αξίας χλωρίδα-πανίδα, σοδειές, κτηνοτροφικές μονάδες και ιδιοκτησίες ανθρώπων κατεστραμμένες, ισοπέδωση εργασιακών δικαιωμάτων, λαϊκισμός και ακροδεξιές-ρατσιστικές-συνωμοσιολογικές κορώνες για να μετακυλήσουν τις ευθύνες σε φανταστικούς εχθρούς, κάνοντας την εκπεσούσα κοινωνία μας ακόμη χειρότερη. 

Δεν ξέρω για εσάς, αλλά προσωπικά, δεν έχω αποθέματα αισιοδοξίας, ελπίδας, ψυχικής αντοχής. Εξαντλήθηκαν μαζί με την αδιαφορία των ιθυνόντων, με την απανθρωποποίησή μας (ή να πω αποκτήνωση;*), με τους 44-45 βαθμούς Κελσίου επί μέρες, που οι ειδικοί λένε πως μπορεί να ήταν και το πιο δροσερό καλοκαίρι της υπόλοιπης ζωής μας, με την παντελή απουσία έστω και λίγης ησυχίας στο εργοτάξιο στο οποίο έχει μετατραπεί η Αθήνα σε δρόμους και οικοδομικά τετράγωνα· με τις πυρκαγιές παντού γύρω και τους εξουθενωμένους και τραυματισμένους πυροσβέστες, τις στάχτες και την αποπνικτική μυρωδιά καμένου που μπαίνει ακόμη και από σφραγισμένα παράθυρα, το μαύρο και τη νεκρή φύση, στα οποία δεν πρέπει να συνηθίσουν τα μάτια, ούτε και το μυαλό· με τους νεκρούς μετανάστες που κάηκαν ζωντανοί στο δάσος προσπαθώντας να πάνε κάπου καλύτερα απ' όπου έφευγαν και δεν θα τους αναγνωρίσει κανείς· με τους αυτόκλητους "πολιτοφύλακες" και την ακροδεξιά που βρίσκει διαρκώς έδαφος· με τον νεαρό μαυρόγυπα στο καμένο δάσος της Δαδιάς που προσπαθεί ν' αναγνωρίσει τη φωλιά, το σπίτι του (ένα απειλούμενο είδος που σε ολόκληρη τη Νοτιοανατολική Ευρώπη υπάρχει μόνο στον Έβρο και πιθανώς, 1-2 ζεύγη του στον Όλυμπο). 

Ζούμε σε μια μίζερη (ναι, αυτή είναι η κατάλληλη λέξη) αναμονή για κάτι καλύτερο, το οποίο πολύ θα ήθελα να έρθει, αλλά η άρνησή μας να κάνουμε συντονισμένα και από τα πάνω κάτι γι' αυτό και αντ' αυτού συνηθίζουμε ότι έτσι είναι και δεν γίνεται τίποτα, δεν αφήνει πολλά περιθώρια.

Δεν είναι πια και πολύ καλο-καίρια, τα καλοκαίρια μας.


Υ.Γ. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, όταν γράφονταν τα παραπάνω, ένας άνθρωπος πνιγόταν στο λιμάνι του Πειραιά, καθώς δύο εργαζόμενοι του Blue Horizon τον έσπρωξαν στη θάλασσα για να μην επιβιβαστεί και τον άφησαν αβοήθητο να πνιγεί, χωρίς να κάνουν απολύτως τίποτα. 

*Ναι, τελικά, αποκτήνωση ήταν η σωστή λέξη.

Τετάρτη 23 Ιουνίου 2021

Μέσα από την επικαιρότητα φανερώνονται τα εγκλήματα της κοινωνίας κατά των γυναικών

Illustration: Eleanor Shakespeare (The Guardian)


Μερικές φορές (αν όχι τις περισσότερες), η επικαιρότητα γίνεται δυσβάσταχτη, πόσο μάλλον στο ιδιαίτερο πλαίσιο στο οποίο ζούμε τον τελευταίο ενάμιση χρόνο. Τα γεγονότα παίρνουν άλλες διαστάσεις, αλλά ειδικά, τα ειδεχθή γεγονότα, τα οποία μας αγγίζουν με κάποιον τρόπο, είναι τα πιο δύσκολα διαχειρίσιμα, τουλάχιστον ψυχολογικά και συναισθηματικά.

Μέσα στην τελευταία εβδομάδα, έπρεπε να αντιμετωπίσουμε τον παραλογισμό ενός συνεδρίου που θα γινόταν στα Ιωάννινα για τη γυναικεία γονιμότητα (γιατί, για κάποιον ανεξήγητο λόγο, θεώρησαν ότι το θέμα της γονιμότητας δεν αφορά τους άνδρες) γεμάτο με ιερείς (!) και άνδρες επιστήμονες, οι οποίοι θα τοποθετούνταν για το γυναικείο αναπαραγωγικό σύστημα, αλλά όπως όλες και όλοι καταλάβαμε, κυρίως για τις «λάθος επιλογές» των γυναικών που τις οδηγούν να μην γίνονται μητέρες -εγκαίρως ή γενικώς. Ας μην γελιόμαστε, και μόνο το ότι οι γυναίκες έχουμε επιλογές, κάποιους -πολλούς, δυστυχώς- ακόμη τους ενοχλεί.

Τα γυναικεία αντανακλαστικά, όμως, ήταν σε εγρήγορση. Ξέρετε γιατί; Γιατί ακόμη και εμείς, που γεννηθήκαμε λίγο πριν την είσοδο στον 21ο αιώνα και μεγαλώσαμε σε μια -θεωρητικά τουλάχιστον- πιο φιλική εποχή προς τις γυναίκες και την αυτοδιάθεσή μας, έχουμε μάθει να είμαστε διαρκώς σε επιφυλακή για όλες τις επικρίσεις, για όλα τα λάθη που έχουμε κάνει -σύμφωνα με τους φωτεινούς παντογνώστες-, για εκείνες τις συστάσεις των άλλων, κυρίως ανδρών, που ξέρουν καλύτερα από εμάς ποιο είναι το καλό μας, τι θέλουμε πραγματικά, τι μας κάνει ευτυχισμένες, με τι πρέπει να νιώθουμε δυστυχείς και άτυχες και ποιες πρέπει να είναι οι προτεραιότητές μας. Και φυσικά, ξέρουν ποια είναι η ταυτότητά μας. Εκείνοι ξέρουν, εμείς είμαστε οι αδαείς, αφελείς, ανόητες, οι υπερευαίσθητες και υπερβολικές, αυτές που «από τη φύση» μας, έχουμε άλλες προδιαγραφές.

Να, λοιπόν, που οι αντιδράσεις έφεραν αποτέλεσμα. Αρχικά, την απόσυρση των υποστηρικτριών-ών, μετά των ομιλητριών και των ομιλητών και τέλος, την ακύρωση αυτού του αντιεπιστημονικού συνεδρίου που προσπαθούσε να μας πείσει ότι τους αφορά η επιστημονική προσέγγιση, ενώ είχε επιλέξει μητροπολίτες και άλλους ιεράρχες της ορθόδοξης εκκλησίας να μιλήσουν για πράγματα που αγνοούν παντελώς.

Λίγες μέρες μετά, ένα ειδεχθές έγκλημα στην Αττική προ ενός μήνα, με θύμα μία νεαρή γυναίκα και μητέρα, εξιχνιάζεται με την ομολογία του συζύγου του θύματος. Γυναικοκτονία, λοιπόν. Από την αρχή της υπόθεσης, όταν ακόμη η ιστορία αφορούσε ληστεία από τρεις δράστες, όπως υποστήριζε ο θρηνών -τότε- σύζυγος και πλέον κατηγορούμενος, τα ελληνικά ΜΜΕ βρήκαν άλλο ένα θέμα (όπως πέρυσι με την νεαρή γυναίκα που δέχθηκε επίθεση με βιτριόλι) να το αντιμετωπίσουν σαν σαπουνόπερα, τόσο μελό, τόσο φωσκολικό δράμα, για να γεμίσουν τηλεοπτικό χρόνο, διαδικτυακό περιεχόμενο και σελίδες εφημερίδων και περιοδικών.

Φωτογενές θύμα, φωτογενής και οικονομικά ευκατάστατος σύζυγος θύματος και ένα μωρό να συμπληρώνει την τέλεια και δραματική εικόνα για να πουλήσουν περισσότερο. Φωτογραφίες τους από τον γάμο, από διακοπές σε νησιά, με αγκαλιές, φιλιά και ηλιοβασιλέματα. Λεπτομέρειες που δεν χρειάζεται να γίνουν γνωστές στο ευρύ κοινό, δίνονται στη δημοσιότητα, το απόρρητο των συνεδριών καταρρίπτεται από μία γυναίκα που εργάζεται ως σύμβουλος, ενώ δεν έχει καμία σχέση με την ψυχική υγεία, και οι τίτλοι των εκπομπών, των δελτίων ειδήσεων, των site και των εφημερίδων παίρνουν φωτιά μιλώντας για το δράμα ενός «πανέμορφου και τόσο ευτυχισμένου ζευγαριού που το χτύπησε η μοίρα».

Η μοίρα δεν έπαιξε κανέναν ρόλο σε αυτή την περίπτωση, βέβαια. Ένας άνδρας επέλεξε να σκοτώσει τη σύζυγό του και να εμπλέξει το μωρό τους (κορίτσι κι αυτό, μην το ξεχνάμε) στην ειδεχθή πράξη του. Και όχι μόνο αυτό, αλλά έφτιαξε και μια ιστορία για να μπορέσει να συνεχίσει ελεύθερος τη ζωή του, σίγουρος ότι δεν θα τον ανακαλύψουν.

Επομένως, όχι, δεν ήταν χτύπημα της μοίρας, ήταν ακόμη ένας άνδρας που, παρά το νεαρό της ηλικίας του (η ελπίδα, βλέπετε, ότι οι νεότερες γενιές απεκδύονται τα άρρωστα κοινωνικά και έμφυλα στερεότυπα που τους κληροδοτούνται), έχει μεγαλώσει με την πεποίθηση ότι η σύντροφός του τού ανήκει και αποφάσισε ότι μπορεί, για όποιον λόγο κι αν το έκανε -κι αυτό είναι δουλειά της αστυνομίας και της δικαιοσύνης να το βρει-, να αφαιρέσει τη ζωή της πιστεύοντας ότι δεν θα έχει καμία απολύτως συνέπεια.

Επί έναν μήνα, αντί για ειδήσεις, ακούγαμε, διαβάζαμε και βλέπαμε κάτι που έμοιαζε περισσότερο με φωτορομάντζο ή άρλεκιν. Κι αυτό είναι μια παθογένεια της δημοσιογραφίας και των ΜΜΕ (όχι μόνο των ελληνικών, απλώς εδώ, που ακόμη έχουμε τα κατάλοιπα μιας κουλτούρας κουτσομπολιού της γειτονιάς και του χωριού, γίνεται σε ευρεία κλίμακα). Ξαφνικά, όταν ανακοινώνεται η ομολογία του συζύγου και η σύλληψή του, ο «χαροκαμένος σύζυγος και πατέρας», ο «πρίγκιπας του παραμυθιού της νεαρής κοπέλας» (μα, ακόμη να μάθουμε ότι στα παραμύθια υπάρχουν δράκοι και πολλές φορές, ταυτίζονται με τους πρίγκιπες, ότι καμία γυναίκα δεν χρειάζεται κανέναν πρίγκιπα να την σώσει, να την ορίζει και να την εξουσιάζει και ότι η βασιλεία είναι ξεπερασμένη;), που μέχρι τότε τον προσφωνούσαν με το μικρό του όνομα, μετατρέπεται σε στυγερό δολοφόνο, τέρας, νάρκισσο, ψυχικά διαταραγμένο, παιδόφιλο (ενώ πριν, ασχέτως του πώς ορίζεται νομικά η ηλικία συναίνεσης, φαινόταν φυσιολογικό ότι ένας ενήλικας έκανε σχέση με ένα ανήλικο παιδί 12 χρόνια μικρότερό του; Α, ξέχασα, πριν ήταν «πρίγκιπας») και ξεκινά άλλος ένας κύκλος της δραματικής σαπουνόπερας με στοιχεία Κοκκινόπουλου, με  αντιστροφή όλων όσων έλεγαν το προηγούμενο διάστημα. Με την καταπάτηση ιδιωτικού απορρήτου μέσω της δημοσιοποίησης πληροφοριών από το -όπως λέγεται ότι είναι- ηλεκτρονικό ημερολόγιο του θύματος, προσπαθώντας να δώσουν στο αδηφάγο κοινό κι άλλες ζουμερές λεπτομέρειες από την κλειδαρότρυπα.

Το θύμα για τα ΜΜΕ και τα κοινωνικά μέσα δικτύωσης, όλο αυτό το διάστημα, έχει μόνο μικρό όνομα και πολλές ανέμελες και γελαστές φωτογραφικές πόζες, ο καθ’ ομολογίαν θύτης από την άλλη, έχει επαγγελματική ιδιότητα, ηλικία, μικρό όνομα (αυτό της οικειότητας), γονική ιδιότητα, καθώς προβάλλουν ξανά και ξανά πόσο νοιάζεται για το τι θα γίνει το παιδί του (όχι «τους», «του», ενικός -κτητικότατος). Κάποιοι προσπαθούν να τον δικαιολογήσουν λέγοντας ότι κάτι θα τoν εξώθησε, δεν μπορεί να έκανε κάτι τόσο ειδεχθές ένας τόσο φωτογενής άνθρωπος κοροϊδεύοντας την οικογένειά του και του θύματος, την αστυνομία, τα ΜΜΕ και φυσικά, τους τηλεθεατές. Άλλοι ζητούν κρεμάλες και άλλοι λένε πως το είχαν καταλάβει από την αρχή ότι αυτός έκανε το έγκλημα. Ερωτώνται ψυχίατροι, ψυχολόγοι, φυσιογνωμιστές, να απαντήσουν στο αν φαινόταν ότι το έκανε εκείνος, από πού και αν είναι ψυχικά διαταραγμένος. Τηλεοπτικά ψυχογραφήματα και ψυχολογικές αξιολογήσεις σε απευθείας μετάδοση, χωρίς κανείς τους να έχει εξετάσει ποτέ το αξιολογούμενο υποκείμενο.

Χρησιμοποιείται ακόμη και το μωρό, μπαίνει σε τίτλους, σε άρθρα απόψεων, σε δελτία με το όνομά του και ειλικρινά, αναρωτιέμαι, γιατί πρέπει να χρησιμοποιήσουμε κι εμείς ένα παιδί που βίωσε κάτι τέτοιο, για να συγκινήσουμε τους τηλεθεατές, τους αναγνώστες, τους καταναλωτές πληροφορίας; Ή, γιατί είμαστε οι αδηφάγοι καταναλωτές της;

Όταν αυτό το έγκλημα ειπώθηκε με το όνομά του, γυναικοκτονία, υπήρξαν άνθρωποι, άνδρες και γυναίκες, που άρχισαν να μιλούν για υστερία, για έξαλλες και υπερβολικές φεμινίστριες, ότι δεν ξέρουμε τι σημαίνει και είμαστε άσχετες, γιατί τελικά είναι σεξιστικό να χρησιμοποιούμε άλλον όρο από αυτόν της ανθρωποκτονίας και πολλά ακόμη τόσο θλιβερά, όσο και εξοργιστικά. Εν έτει 2021, μετά από ένα πρώτο ξέσπασμα του ελληνικού #MeToo στις αρχές του χρόνου, δεν έχουμε εμπεδώσει ακόμη βασικά πράγματα που είναι γνωστά εδώ και δεκαετίες. Εν Ελλάδι, βέβαια, αργούν να έρθουν, όχι μόνο οι πληροφορίες, αλλά και η ίδια η κοινωνική εξέλιξη.

Ο όρος γυναικοκτονία χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά τη δεκαετία του ’70 από την εγκληματολόγο Diana Russell για να ορίσει αυτό το εγκληματολογικό φαινόμενο. Η γυναικοκτονία ορίζεται από το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων (EIGE) ως εξής: «δολοφονίες γυναικών και κοριτσιών εξαιτίας του φύλου τους, οι οποίες διαπράττονται ή γίνονται ανεκτές τόσο από ιδιώτες όσο και από δημόσιους φορείς. Ο όρος περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τη δολοφονία γυναίκας ως αποτέλεσμα άσκησης βίας από ερωτικό σύντροφο, τον βασανισμό και τη δολοφονία γυναίκας ως αποτέλεσμα μισογυνισμού, τη δολοφονία γυναικών και κοριτσιών ως «εγκλήματα για λόγους τιμής» και λοιπές μορφές δολοφονίας, τη στοχευμένη δολοφονία γυναικών και κοριτσιών στο πλαίσιο ένοπλων συγκρούσεων, και περιπτώσεις γυναικοκτονίας οι οποίες συνδέονται με συμμορίες, το οργανωμένο έγκλημα, εμπόρους ναρκωτικών και την εμπορία γυναικών και κοριτσιών. […] Η δολοφονία μιας γυναίκας από ερωτικό σύντροφο και ο θάνατος μιας γυναίκας ως αποτέλεσμα πρακτικής που είναι επιβλαβής για τις γυναίκες. Ως ερωτικός σύντροφος νοείται πρώην ή νυν σύζυγος ή σύντροφος, ανεξάρτητα από το αν ο δράστης έχει μοιραστεί ή μοιράζεται την ίδια κατοικία με το θύμα

Και σε αυτή την περίπτωση, δόθηκε η ευκαιρία να βγουν στην επιφάνεια όλες οι κοινωνικές μας παθογένειες και ειδικά, με την ελευθερία που μας δίνει η χρήση των social media, είναι ακόμη πιο εύκολο να έρθουμε σε επαφή με την τοξικότητα των άλλων, το μίσος, την οπισθοδρομικότητα, τον μισογυνισμό τους, το σκοτάδι της ψυχής εν ολίγοις. Η έλλειψη κοινωνικής παιδείας και μόρφωσης είναι πολύ σημαντικότερη ως πρόβλημα από την έλλειψη ακαδημαϊκής μόρφωσης. Πολλές φορές, οι έχοντες/έχουσες τη δεύτερη, δεν κατέχουν την πρώτη. Μέχρι και ψυχολόγος (όπως υποστηρίζει ο ίδιος, εγώ ακόμη περιμένω την επιβεβαίωση από τους δύο συλλόγους ψυχολόγων Ελλάδος όπου απευθύνθηκα) βρήκε ευκαιρία να βγάλει ένα άνευ λόγου και λογικής μένος για το γεγονός ότι αντέδρασαν οι φεμινιστικές οργανώσεις μόλις ανακοινώθηκε η ομολογία του κατηγορουμένου πια, για τη χρήση του όρου γυναικοκτονία και μίλησε μέχρι και για «χαρά» των φεμινιστριών όταν γνωστοποιήθηκε πως καθ’ ομολογίαν δράστης είναι ο σύζυγος του θύματος. Τέτοιοι άνθρωποι διαχειρίζονται ευαίσθητα κομμάτια ψυχών κι αυτό είναι τρομακτικό και αποτελεί δείκτη των προβλημάτων μας ως κοινωνία.

Το θύμα ήταν μία γυναίκα, μία νέα γυναίκα 20 ετών, με ολόκληρο ονοματεπώνυμο, Καρολάιν Κράουτς, μητέρα ενός βρέφους και σε έγγαμη σχέση συμβίωσης με τον καθ’ ομολογίαν δολοφόνο της, Χαράλαμπο Αναγνωστόπουλο, ο οποίος τη σκότωσε στις 11 Μαΐου στον ύπνο της. Ήταν γυναικοκτονία. Τα υπόλοιπα, οι λεπτομέρειες, είναι περιεχόμενο της δικογραφίας και αφορούν τη δικαιοσύνη, όχι εμάς. Το μόνο που μας αφορά είναι ότι μία ακόμη γυναίκα έχασε τη ζωή της από τα χέρια ενός οικείου της, όπως επίσης και με ποιον τρόπο θα καταφέρουμε επιτέλους να σταματήσουμε οριστικά τέτοια φαινόμενα, εκπαιδεύοντας τις ήδη υπάρχουσες και μεγαλώνοντας τις επόμενες γενιές να κατανοούν και να σέβονται πλήρως τις έννοιες έμφυλη ισότητα, ελευθερία, αυτοδιάθεση, συναίνεση, χωρίς να προσπαθούν να επιβάλλουν οποιουδήποτε είδους εξουσία.

Το τρίτο εξίσου ανατριχιαστικό γεγονός, ήταν η σεξουαλική κακοποίηση μίας εργαζόμενης γυναίκας το περασμένο Σάββατο από έναν καταδικασμένο από τη δικαιοσύνη βιαστή (το 2015) που αφέθηκε ελεύθερος μετά από ολιγοετή φυλάκιση (το 2020). Μία γυναίκα πήγε στη δουλειά της, να καθαρίσει μία πολυκατοικία στα Πετράλωνα, στην οποία διαμένει και ο -από τον νόμο αποδεδειγμένα- βιαστής (το επαναλαμβάνω γιατί έχει σημασία). Μόλις η γυναίκα βρέθηκε μπροστά στο διαμέρισμά του, την άρπαξε, την κλείδωσε μέσα και την κακοποιούσε βάναυσα για ώρες, μέχρι που μπόρεσε να βγει στο μπαλκόνι, να ζητήσει βοήθεια και να γλιτώσει.

Ειδοποιήθηκε η αστυνομία, η οποία έφτασε στο σημείο, αλλά μέχρι να υπογραφεί το ένταλμα και να μπορέσουν να μπουν στο διαμέρισμα για να τον συλλάβουν, ο καταδικασμένος αυτός βιαστής είχε εξαφανιστεί και τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, έγινε γνωστό ότι συνελήφθη.

Θέλω να ξαναδούμε και να καταλάβουμε τι συνέβη. Ένας βιαστής (βιαστής!) καταδικάζεται σε ποινή φυλάκισης 12 ετών, εκτίει μόλις το 1/3, οπότε δικαιούται να κάνει αίτηση αποφυλάκισης, η οποία γίνεται δεκτή (για τον βιαστή!) με την αιτιολόγηση ότι έχει εκτίσει το πραγματικό 1/3 της ποινής του, δηλαδή τα 4 χρόνια, και αφήνεται ελεύθερος με τον περιορισμό να μην βγει εκτός χώρας μέχρι να περάσει το προβλεπόμενο χρονικό διάστημα επιτήρησης. Γιατί το σημαντικό είναι οι τύποι, να έχει εκτίσει το 1/3 της ποινής του, όχι κατά πόσον είναι επικίνδυνος για την κοινωνία με την εκ νέου διάπραξη των ίδιων εγκλημάτων…

Βγαίνει, λοιπόν, από τη φυλακή νωρίτερα και, ενώ δεν ξέρουμε αν σε αυτό το διάστημα που έχει αποφυλακιστεί το έχει ξανακάνει χωρίς να ταυτοποιηθεί ως δράστης, ξέρουμε ότι το περασμένο Σάββατο άνοιξε την πόρτα του διαμερίσματός του γιατί θεώρησε ότι βρήκε εύκολο θύμα στο πρόσωπο μίας γυναίκας που απλώς πήγε στη δουλειά της. Κανείς δεν άκουσε τίποτα, κανείς δεν έκανε τίποτα ακούγοντας μια γυναίκα να κακοποιείται, μέχρι που βγήκε αιμόφυρτη στο μπαλκόνι να ζητήσει βοήθεια.

Και το ένταλμα καθυστέρησε τόσο να βγει, που ο βιαστής πρόλαβε να εξαφανιστεί ανενόχλητος, ενώ οι αστυνομικοί ήταν απ’ έξω, με αποτέλεσμα να αναζητείται για τέσσερις ολόκληρες μέρες.

Θα ήθελα κάποια στιγμή, σύντομα, να ανοίξουμε τη συζήτηση για τα έμφυλα εγκλήματα που στο νομικό μας σύστημα μοιάζει να είναι κάπως… μικρότερης σημασίας, τουλάχιστον ως προς το κομμάτι της έκτισης των πραγματικών ποινών. Είναι πολύ καλά για να γεμίζουν ρεπορτάζ με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες, αλλά όπως βλέπουμε, ένας βιασμός δεν είναι και τόσο σημαντικό έγκλημα για να αποτελεί λόγο να απορριφθεί το αίτημα αποφυλάκισης του βιαστή. Οι φυλακές θα αποσυμφορηθούν με το να επιστρέφουν στην κοινωνία όσοι βιαστές και καταδικασμένοι για ειδεχθή εγκλήματα έχουν εκτίσει το 1/3 των ποινών τους; Υπάρχει κάποια απόδειξη σωφρονισμού ή δεν απασχολεί κανέναν αυτό; Να σημειώσω, ωστόσο, ότι η αποφυλάκισή του, όπως διάβασα, έγινε με βάση διατάξεις του προηγούμενου Ποινικού Κώδικα, οπότε έχει σημασία να μάθουμε τί ισχύει με τον νέο.

Αυτό το έγκλημα θα έμενε στο σκοτάδι και δεν θα έπαιρνε τέτοια δημοσιότητα, αν δεν γινόταν αμέσως γνωστό σε φεμινιστικές οργανώσεις, με αποτέλεσμα να αρχίσουν να συρρέουν στην περιοχή γυναίκες, ακτιβίστριες και μη, που ενημερώθηκαν, αγανακτισμένες από τη βία της τοξικής αρρενωπότητας -και ναι, της πατριαρχίας κι ας μην αρέσει σε πολλούς να το ακούν και να το διαβάζουν- για να διαμαρτυρηθούν έξω από το σπίτι του βιαστή και να δείξουν εμπράκτως τη συμπαράστασή τους στο θύμα. Σίγουρα αυτό δεν μπορεί να βοηθήσει πρακτικά τη γυναίκα να ξεχάσει ή να ξεπεράσει όσα φρικώδη έζησε, αλλά ήταν μία πράξη αλληλεγγύης μεταξύ γυναικών, διαφορετικών, άγνωστων μεταξύ τους, που υπενθυμίζει κάτι που έχουμε ανάγκη να ακούμε και να νιώθουμε όλες και δεν το έκανε κανείς για εκείνη τη γυναίκα τη στιγμή που έπρεπε: Δεν είσαι μόνη. Καμία μόνη.

Το τελευταίο από τα γεγονότα, ήταν ο θάνατος ενός 14χρονου κοριτσιού στη Θεσσαλονίκη, από μετεγχειρητικές επιπλοκές. Το κορίτσι σε αυτή την τόσο νεαρή ηλικία υποβλήθηκε σε επέμβαση τοποθέτησης γαστρικού δακτυλίου για να μπορέσει να αδυνατίσει. Σύμφωνα με τον πατέρα της, ο οποίος ως ενήλικας κηδεμόνας έπρεπε να δώσει τη συγκατάθεσή του για την επέμβαση, η κόρη του ήταν θύμα συνεχούς σχολικού εκφοβισμού για τα κιλά της, γι' αυτό και προέβησαν σε αυτή τη λύση. Ένα κορίτσι στην εφηβεία, σε μια τόσο ευαίσθητη και δύσκολη περίοδο για κάθε άνθρωπο, δέχεται bullying για τον αριθμό στη ζυγαριά, επειδή δεν ταιριάζει στα πρότυπα ομορφιάς -που ποιος άραγε τα έχει φτιάξει;- και βλέπει ως έσχατη λύση μια χειρουργική επέμβαση, με τεράστιο σωματικό πόνο και οικονομικό κόστος.

Το τραγικό αυτού του θανάτου, δεν είναι μόνο ότι ένα παιδί δεν πρόλαβε να ζήσει, αλλά και ότι ενώ ο γιατρός ενημερώθηκε ότι η 14χρονη έχει αφόρητους πόνους που δεν δικαιολογούνται, καθησύχασε την οικογένεια χωρίς να την εξετάσει και η δική του αδιαφορία και αμέλεια στοίχισε τη ζωή της.

Αν δεν δεχόταν τόσο μεγάλη πίεση, πιθανόν να μην είχε αποφασίσει ποτέ να προβεί σε κάτι τόσο ακραίο ως λύση ανάγκης και να ζούσε την εφηβεία και τη ζωή της με χαρά -με όσα κιλά είχε και ήθελε να έχει. Ξέρετε, είναι μεγάλη και διαρκής η συζήτηση για την αποδοχή του εαυτού μας, το λέμε, το ξαναλέμε, προσπαθούμε να το αφομοιώσουμε και να το κάνουμε πράξη, αλλά ζούμε σε μία κοινωνία, όπου από το σχολείο ακόμη (άρα τα παιδιά το μαθαίνουν από τις οικογένειές τους) κρίνουμε και κρινόμαστε με όρους photoshop-αρισμένων εξωφύλλων ανδρικών, γυναικείων περιοδικών ή διαφημίσεων. Με πορνογραφικούς όρους κι ας ακούγεται (γιατί είναι) βαρύ. Αλλά, είναι και αλήθεια. Όσο καλή σχέση κι αν αναπτύσσουμε με τον εαυτό μας και το σώμα μας, οι απρό(σ)κλητες παρατηρήσεις, προσβολές, υποτιμητικά ή επιθετικά σχόλια, έρχονται να μας υπενθυμίσουν ότι το σώμα μας, το σχήμα του, ο όγκος και οι ατέλειές του, η τριχοφυΐα, το χρώμα, η υφή του, "αστυνομεύονται" και (κατα)κρίνονται διαρκώς για το πόσο ελκυστικά ή μη είναι, χωρίς να ερωτηθούμε και κυρίως, χωρίς να το ζητήσουμε από οποιονδήποτε.

Είμαστε και αυτή τη φορά υπερβολικές όταν μιλάμε για μια κοινωνία που εγκληματεί κατά των γυναικών; Όταν μιλάμε για την τοξικότητα της πατριαρχικής δομής των κοινωνιών μας, για την τοξική αρρενωπότητα με τα πρότυπα της οποίας μεγαλώνουν αγόρια και κορίτσια στη χώρα μας; Ή, όταν επιμένουμε να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους και να μην δεχόμαστε προσβλητικούς και υποτιμητικούς για τα ίδια τα εγκλήματα και τα θύματα όρους, όπως «έγκλημα πάθους», «έγκλημα τιμής», «την σκότωσε γιατί την αγαπούσε», σε μια διαρκή και μαζική προσπάθεια να ρομαντικοποιήσουν τη βία; Όταν ζητάμε να μπει στα σχολεία το μάθημα της σεξουαλικής αγωγής -σωστά-, για να μάθουν τα παιδιά από νωρίς τι σημαίνει συναίνεση, τι αποτελεί κίνδυνο για τον εαυτό τους και τους άλλους, τι συντελεί σεξουαλικό έγκλημα και τι είναι η αυτοδιάθεση, η ισότητα και η οριοθέτηση; Όταν μιλάμε για την αναγκαιότητα εκπαίδευσης στην ενσυναίσθηση -που, ω, ναι, ακόμη κι αν δεν την έχεις, μαθαίνεται-; Είμαστε παράλογες, παραστρατημένες και επικίνδυνες όταν αποφασίζουμε για τη ζωή, το σώμα και τη σεξουαλικότητά μας, χωρίς να ζητάμε την έγκριση κανενός; Όταν επιλέγουμε εμείς και μόνο εμείς για το αν, πότε, με ποιον, πώς και πόσα παιδιά θα κάνουμε ή αν δεν θα κάνουμε ποτέ; Είμαστε παράλογες και επικίνδυνες όταν απαιτούμε επιτέλους να μπορούμε να νιώθουμε ασφαλείς στο σπίτι, στη δουλειά, στο σχολείο, τη σχολή, το γυμναστήριο, στα ΜΜΜ, στα ταξί, στους δρόμους, στα πάρκα και τις πλατείες, στους κινηματογράφους, τα θέατρα, στα μαγαζιά, στον γιατρό, σε κάθε δημόσιο και ιδιωτικό χώρο, το πρωί, το μεσημέρι, το βράδυ, τα ξημερώματα; Να είμαστε ασφαλείς είτε είμαστε ολομόναχες, είτε με κόσμο, όπου κι αν είμαστε, όπως κι αν είμαστε, ό,τι κι αν φοράμε, ό,τι ώρα κι αν είναι, όσο νηφάλιες ή όχι κι αν είμαστε, είτε φλερτάρουμε είτε όχι, είτε πούμε ναι, είτε ναι και μετά όχι, είτε πούμε όχι εξαρχής; Να είμαστε ασφαλείς σε μία σχέση και ασφαλείς για να βγούμε από αυτήν; Να μην μας κακοποιούν και μας σκοτώνουν ψάχνοντας όλοι να βρουν τι κάναμε και το αξίζαμε -γιατί πάντα θα υπονοείται ότι το αξίζαμε-;

Δεν θα ζητήσω συγγνώμη για την φόρτιση, γιατί ξέρω ότι δικαίως τη νιώθω (μικρά βήματα κόντρα σε όσα μας έμαθαν μεγαλώνοντας, λοιπόν).

Θα σας ζητήσω, όμως, να σκεφτείτε για λίγο, είτε είστε γυναίκες, είτε άνδρες, είτε ενστερνίζεστε αυτές τις απόψεις, είτε όχι, αν θέλετε να ζείτε σε έναν κόσμο που δεν θα σας επιτρέπεται (σ’ εσάς, όχι σε κάποιον άλλο διατηρώντας έτσι απόσταση, αλλά σ’ εσάς τους ίδιους/τις ίδιες), δεν θα σας συγχωρείται να επιλέγετε για τον εαυτό σας, θα επικρίνεστε διαρκώς, θα πρέπει να δέχεστε ότι οποιοσδήποτε άλλος μπορεί ανά πάσα στιγμή να έχει εξουσία πάνω σας επειδή έτσι θέλει και θα σας λένε ότι φταίτε ακόμη κι αν σας συμβεί κάτι βάναυσο. Αν δεν συμβεί, απλώς θα πρέπει να νιώθετε τυχεροί-ές και να συνεχίσετε να φοβάστε διαρκώς μήπως συμβεί στο μέλλον…

Τώρα, σκεφτείτε τι μπορούμε να κάνουμε για να πάψει να είναι αυτή η πραγματικότητα τόσων ανθρώπων.


Τρίτη 31 Δεκεμβρίου 2019

Τα μαθήματα της χρονιάς που φεύγει, περιμένοντας εκείνη που έρχεται...





Ο απολογισμός στο τέλος της χρονιάς είναι πια μια συνήθεια που εμπεριέχει την ανάγκη να βάλω νοητά σε χρονολογική σειρά, αλλά και να αξιολογήσω όλα τα γεγονότα, τις εμπειρίες, τα μαθήματα και τα παθήματα 365 ημερών, ώστε να κρατήσω όσα αξίζουν και να τα αξιοποιήσω τον επόμενο χρόνο.
Το 2019 ήταν μια δύσκολη χρονιά -ποια από τις τελευταίες δεν ήταν, βέβαια;- που θέλω να φύγει όσο πιο ήρεμα, αθόρυβα και χωρίς άλλες δυσάρεστες εκπλήξεις γίνεται, όσο, δηλαδή, δεν κατάφερε να είναι μέχρι τώρα.
Μέτρησα δυνάμεις και φέτος, μέτρησα ανθρώπους, απώλειες, προβληματίστηκα με το αν, τελικά, οι επιλογές μου ήταν σωστές και αν όχι, ποιες θα ήταν οι σωστότερες, πόσο ουσιαστικές είναι οι σχέσεις μου με τους ανθρώπους και αν ανταποκρίνονται πια στις (συναισθηματικές) ανάγκες μου/μας ή γίνονται επιφανειακές, τυπικές, απόμακρες, αν μοιάζουν να προσπαθούν να χωρέσουν κάπου, ενώ περισσεύουν.
Ένιωσα πολύ μόνη. Πολλές φορές. Πολύ συχνά μέσα σ’ αυτή την χρονιά. Και το είπα σ’ εκείνους που μετρούν, αλλά δεν μπορώ να πω ότι άλλαξε ούτε το συναίσθημα, ούτε η κατάσταση. Όσο και να εκλογικεύω αυτό το κενό που υπάρχει στις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους που μπορεί να προκύπτει λόγω δουλειάς, ωραρίων, γενικότερου προγράμματος, συντονισμού, υποχρεώσεων (επαγγελματικών, προσωπικών, οικογενειακών κλπ), κούρασης ή διάθεσης, είναι ένα πραγματικό κενό και όσο μεγαλώνει κινδυνεύει να γίνει αγεφύρωτο χάσμα. Με απασχόλησε πολύ και ακόμη με απασχολεί, γιατί η αγάπη είναι ανθεκτική, αλλά δεν είναι και αδύνατον να ξεθωριάσει.
Αν μη τι άλλο, αυτή τη χρονιά άλλαξα δεκαετία, ένας αριθμός που (είναι ένας απλός αριθμός, φυσικά, αλλά) σε κάνει να αναθεωρείς τον ίδιο σου τον εαυτό -τουλάχιστον σ’ εμένα αυτό συνέβη- και να θέλεις να οργανώσεις τη ζωή σου με έναν τρόπο ώστε να λείπουν τα περιττά βάρη, η τοξικότητα, η μετριότητα στα συναισθήματα, αυτή η αίσθηση του «ούτε κρύο, ούτε ζέστη», που ειδικά όταν έχει να κάνει με ανθρώπους είναι λυπηρή. Ένας αριθμός που σε προκαλεί να ξεβολευτείς, αλλά και σε κινητοποιεί να μην ανέχεσαι πια συμπεριφορές, σχόλια, απόψεις που παλαιότερα ήταν δεδομένο και «πρέπον» να αφήσεις να περάσουν έτσι. Όχι πια.
Έρχονται στιγμές που καλούμαστε να διαλέξουμε πού θέλουμε να ανήκουμε, πώς αυτοπροσδιοριζόμαστε και από τι ή ποιους δεν θέλουμε να ετεροπροσδιοριζόμαστε. Όσοι/όσες εκφράζουν άποψη που δεν τους έχει ζητηθεί, οφείλουν να δεχτούν τις συνέπειες της ανάλογης απάντησης και, αν πρόκειται για σχετικά οικείους, της διακοπής «διπλωματικών σχέσεων». Απλά, λιτά, απέριττα, χωρίς περαιτέρω εξηγήσεις. Δεν αξίζουν όλοι τον χρόνο, την ενέργεια και το να καταναλώνουμε φαιά ουσία για να τους εξηγήσουμε, ή για χάρη τους. Είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί, ας μη γελιόμαστε, δεν συμβαίνει ούτε τόσο εύκολα, ούτε έτσι ξαφνικά ως αναλαμπή, ούτε πλήρως, αλλά είναι μια διαδικασία που όσο νομίζεις ότι χάνεις (ανθρώπους, για παράδειγμα), άλλο τόσο κερδίζεις.

Με κούρασε αυτή η χρονιά αφόρητα, ένιωσα πολλάκις να ασφυκτιώ, έπαιξε με τα νεύρα μου, με την αισιοδοξία μου, με την πίστη μου στο καλό και στο ότι η λογική και το δίκαιο υπερνικούν τα πάντα (εμμ, όχι, δυστυχώς, όχι πάντα και όχι τα πάντα), για δύο βασικούς λόγους: Πρώτον, η κοινή λογική… δεν είναι τόσο κοινή όσο φανταζόμαστε ή θα θέλαμε· και δεύτερον, σε έναν κόσμο που για τους περισσότρους το δίκαιο είναι αυτό που πιστεύει καθένας/καθεμία γιατί τον/την συμφέρει και όχι το πραγματικά δίκαιο, η ελπίδα βάλλεται αδιάντροπα (για να μην πω ότι αργοπεθαίνει) και ο παραλογισμός εξαπλώνεται σαν ιός.
Συνειδητοποίησα ότι οι θεμελιώδεις για εμένα έννοιες, ώστε να συνυπάρχουμε όσο πιο αρμονικά σε μια -θεωρητικά- πολιτισμένη κοινωνία -όπως η ευγένεια, η καλοσύνη, ο σεβασμός στους άλλους, στην προσωπικότητα, τα δικαιώματα, τις ελευθερίες τους, το ότι δεν ενοχλούμε για να μην μας ενοχλούν, ότι όταν κάνουμε ένα σοβαρό λάθος ή προκαλούμε ένα ατύχημα που θέτει σε κίνδυνο τη σωματική (και ψυχική, πιθανότατα) ακεραιότητα ενός άλλου ανθρώπου, πρωτίστως ζητάμε συγγνώμη και εν συνεχεία, φροντίζουμε να επανορθώσουμε, ώστε να μην επαναληφθεί, ή δεν επαναλαμβάνουμε τέτοιου είδους αντικοινωνικές στην ουσία τους συμπεριφορές, όταν γίνει σύσταση/παρατήρηση- δεν ισχύουν για τον υπόλοιπο κόσμο. Ήταν πολλές και συνεχείς οι απογοητεύσεις από το ανθρώπινο είδος, σε σημείο να πω ότι προτιμώ να πάω να μείνω μόνη μου κάπου μακριά από την ανείπωτη ηλιθιότητα και ανθρώπινη γελοιότητα, αλλά θυμήθηκα ότι η βλακεία είναι ανίκητη και είναι παντού. Οπότε, δεν θα υπήρχε ούτε στη μέση του πουθενά σωτηρία.
Ναι, ξέρω, «πόσο αισιόδοξο μήνυμα!», αλλά το είπα εξαρχής, ήταν μια πολύ δύσκολη χρονιά.


Η άνοιξη ήταν αρκετά περίεργη και αν μπορούσα, θα ήθελα να παραλείψω πολλά. Όλα όσα συνέβαιναν και με βάραιναν ήταν και κάποιες από τις δικαιολογίες της καθημερινότητας που μας κάνει να αφήνουμε να περνούν μέρες, εβδομάδες, μήνες χωρίς να έχουμε μιλήσει ή δει αγαπημένους ανθρώπους και να λέμε τώρα δεν μπορώ ή είναι αργά, θα τηλεφωνήσω αύριο και αυτά τα αύριο έχουν μετατραπεί σε άπειρα χθες, προχθές, την περασμένη εβδομάδα, πριν δύο μήνες κλπ. Μόνο που η ζωή δεν περιμένει πότε θα ευκαιρήσουμε (το λέμε, το ξαναλέμε, αλλά δεν το εμπεδώνουμε).
Κι έτσι, ενώ κάθε μέρα σκεφτόμουν «να θυμηθώ αύριο να πάρω τηλέφωνο τον καλό μου τον κύριο Α.», δεν το έκανα και ένα μεσημέρι στο τέλος Ιουλίου, μαθαίνω ότι πέθανε, από ένα μήνυμα στο fb. Όταν το επιβεβαίωσα, ένιωσα σαν να άδειασα από κάθε συναίσθημα. Πώς διαχειρίζεσαι κάτι που δεν χωράει ο νους σου, που δεν μπορείς να συνειδητοποιήσεις ότι, πράγματι, συνέβη; Πώς πεθαίνει κάποιος που δεν γίνεται να πεθάνει; Δεν γίνεται -όσο παράλογο κι αν ακούγεται, όλοι/όλες το ξέρουμε και το νιώθουμε, οι δικοί μας άνθρωποι ΔΕΝ μπορούν να πεθάνουν, γιατί αν πεθαίνουν εκείνοι, τότε σημαίνει πως πεθαίνουν και δικά μας, δομικά, κομμάτια.
Θυμήθηκα όλες τις στιγμές που μέσα στην απλότητά τους ήταν μικρά διαμάντια, με γέλια από την αυθεντικότητα και την αφιλτράριστη ευθύτητα που τότε μπορεί να θέλαμε ν’ ανοίξει η γη να μας καταπιεί, αλλά πέντε λεπτά μετά και για πάντα, τις σκεφτόμαστε και γελάμε από καρδιάς. Τελικά, έτσι πρέπει να τους θυμόμαστε τους ανθρώπους όταν φεύγουν, οι αναμνήσεις μας από αυτούς πρέπει να είναι όπως ακριβώς ήταν και οι ίδιοι.
Μέσα σ’ όλα αυτά τα δυσάρεστα, ωστόσο, υπήρξαν και πολλά ωραία. Ένας γάμος που τον χαρήκαμε και τον χορέψαμε μέχρι το χάραμα όπως του άξιζε. Το θεατρικό φεστιβάλ που αγαπώ και κάθε χρόνο περιμένω πώς και πώς εκείνο το επταήμερο.
Είχαμε γεννήσεις και εγκυμοσύνες που γέμισαν χαρά και ενθουσιασμό τους ευτυχείς νέους ή μέλλοντες γονείς, τους πολύ κοντινούς τους, αλλά και τους λίγο εκτός του στενού κύκλου. Όταν έρχονται στον κόσμο μωράκια από γονείς συνειδητοποιημένους ότι το θέλουν πολύ, καθώς επίσης και για το τι σημαίνει αυτός ο ρόλος και ποια είναι η ευθύνη που φέρουν και είναι υπέροχοι οι ίδιοι, τότε μάλλον όλα είναι σωστά και η χαρά δεδομένη.
Επίσης, σε πιο πεζά, ανακάλυψα νέα παγωτο- και γλυκο-μαγαζιά στην πόλη, παρέα με φίλες και αγαπημένους. [Αυτό, βέβαια, μας οδηγεί ξεκάθαρα σε δύο προβληματισμούς: α. δεν θα αδυνατίσω ποτέ; (δεν θέλω απάντηση, ρητορική είναι η ερώτηση. Αμέεεσως… μα τι άνθρωποι  πια;! Τς τς τς) β. Το σάκχαρό μου σε τι επίπεδο να βρίσκεται, άραγε;]
Έφυγα από μια δουλειά που με εξουθένωνε ψυχικά και σωματικά, καθώς γινόταν εξαιρετικά τοξική. Παρόλο που δεν μου ήταν το πιο εύκολο πράγμα, έθεσα τα όριά μου όσο πιο καθαρά γινόταν, παρέμεινα επαγγελματίας, αλλά έβαλα σε προτεραιότητα την υγεία μου και την ψυχική μου γαλήνη και παραμένοντας σταθερή στην απόφασή μου, παραιτήθηκα. Δεν είπα, βέβαια, όλα όσα θα ήθελα και άξιζε να ακούσει, αλλά δεν πειράζει, ήταν μια καλή αρχή.

Το 2019, γνώρισα πολύ αξιόλογους και ενδιαφέροντες ανθρώπους, κάναμε ωραίες εκπομπές, είδα ωραίες παραστάσεις και διαπίστωσα με χαρά (και μεγάλη συγκίνηση -γιατί τέτοια είμαι) ότι  μέσα στα χρόνια έχει αναπτυχθεί με κάποιους υπέροχους ανθρώπους αλληλοεκτίμηση, σεβασμός, εμπιστοσύνη και μια πολύ καθαρή και ειλικρινής συμπάθεια, σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα είναι αγάπη (κι ας μην είμαστε φίλοι-ες, ας μην μιλάμε συχνά ή για όλα) που φαίνεται κάθε φορά που συναντιόμαστε. Να, αυτά είναι κέρδη, αυτά μετρούν στον χρόνο που φεύγει.
Τέλος, λίγο πριν τη λήξη του έτους και μετά από σκέψη, αρκετό προβληματισμό και συζήτηση, αποφασίσαμε (δεν εννοώ εγώ και ο εαυτός μου) και μια άλλη λήξη (λεπτομέρειες εν καιρώ). Δεν είναι κάτι κακό, είναι το κλείσιμο ενός κύκλου που έπρεπε εδώ και καιρό να ολοκληρωθεί, για να ανοίξει ίσως αργότερα ένας καινούργιος, πιο εξελιγμένος, βελτιωμένος, που ανεβάζει μεν τον βαθμό δυσκολίας πολλαπλώς, αλλά αν καταφέρουμε να το υλοποιήσουμε, θα κάνουμε πολύ ωραία και δημιουργικά πράγματα. Αν πάλι όχι, τότε κάποιος λόγος θα υπάρχει.
Όλα τα συναισθήματα συνυπάρχουν· θλίψη για το κλείσιμο, ανησυχία για το αν είναι η σωστή απόφαση, φόβος αν θα τα καταφέρουμε στη μετάβαση, αλλά και μια μικρή ανακούφιση ότι επιτέλους πήραμε την απόφαση, ενθουσιασμός για την καινούργια ιδέα, δημιουργική διάθεση, αναζωογόνηση και μια επιφύλαξη γιατί στη ζωή και στην πορεία τα σχέδια αλλάζουν. Κάτι κινείται, όμως, άρα ευτυχώς ακόμη ζούμε!
Στο τέλος της χρονιάς, ξεκίνησα να ανακαλύπτω νέες προοπτικές και θα δείξει πού θα βγει, αλλά κι ένιωσα την αγάπη και το νοιάξιμο αγαπημένων ανθρώπων τη στιγμή ακριβώς που το χρειαζόμουν. Μπορεί το γιορτινό πνεύμα να έχασε κατά κράτος φέτος, αλλά ελπίζουμε πάντα στις επόμενες γιορτές.
 

Οι στόχοι για το 2020, λοιπόν, πάνε μαζί με τις ευχές να είμαστε όλοι και όλες εδώ και του χρόνου, πρωτίστως υγιείς, ασφαλείς και ελεύθεροι-ες (ουσιαστικά, πνευματικά και ψυχικά). Να μας φροντίζουμε καλύτερα και περισσότερο. Να έχουμε εσωτερική ηρεμία και ισορροπία, ψυχραιμία, υγιή και ειλικρινή αγάπη που να μας ταιριάζει απόλυτα (σε όλα τα είδη των σχέσεών μας) και τρυφερότητα.
Με όνειρα και διάθεση να δουλέψουμε μεθοδικά για να τα υλοποιήσουμε. Να αφιερώνουμε περισσότερο και ποιοτικότερο χρόνο (χωρίς  τη διαρκή αναβλητικότητα) σε όσους αγαπάμε και μας αγαπούν, χωρίς διακοπές/παρεμβολές/περισπάσεις από κινητά, μηνύματα, social media, (εκνευριστικές) κλήσεις ανά 5λεπτο, συνεχή άγχη για το αν έγινε το τάδε στη δουλειά κλπ.
Μεγαλύτερη ειλικρίνεια, ευγένεια, καλοσύνη και σεβασμό προς τον εαυτό μας, αλλήλους και τον πολυ-τραυματισμένο μας πλανήτη. Ουσιαστική και πραγματική δημοκρατία και ειρήνη.
Να είμαστε πιο επιεικείς όσον αφορά τις ανθρώπινες αδυναμίες μας και το δικαίωμα να κάνουμε λάθη (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν προσπαθούμε να βελτιωθούμε), να συνδεόμαστε πιο ουσιαστικά με τους γύρω μας, να χαμογελάμε -από καρδιάς- περισσότερο, να γελάμε λυτρωτικά, να έχουμε περισσότερη και… δικαιότερη δικαιοσύνη, να θέτουμε ορθότερες προσωπικές προτεραιότητες και να έχουμε την τύχη με το μέρος μας. 
Τέλος, να μην πάψουμε ποτέ να θέτουμε νέους στόχους, όχι εμμονικά, αλλά για να μην βαλτώσουμε, να μην αρχίσουμε να μυρίζουμε ναφθαλίνη.

                      Καλή, χαρούμενη, ειρηνική και δημιουργική νέα χρονιά!


Δευτέρα 31 Δεκεμβρίου 2018

Μια χρονιά που περιμένουμε να σκορπίσει φως...




Αγαπώ τους ετήσιους προσωπικούς απολογισμούς λίγο πριν την έλευση της νέας χρονιάς, κυρίως γιατί θέλω να θυμηθώ τι έμαθα, τι κέρδισα, τι κρατάω, τι αφήνω πίσω και ποια εκδοχή του εαυτού μου και όσων συνέβησαν εκτίμησα περισσότερο, αλλά και ποια με απογοήτευσε μέσα στην χρονιά που εκπνέει. Όχι ότι αυτό σημαίνει απαραιτήτως πως την καινούργια χρονιά δεν θα επαναληφθούν κάποια από τα λάθη, αλλά τουλάχιστον ας γίνει στον μικρότερο δυνατό βαθμό.
Κι αφού το 2018 μάς επιφύλασσε πολλές δύσκολες, θλιβερές στιγμές και μεγάλες, δυσβάσταχτες απώλειες, προσωπικά λέω να κρατήσω την αλληλεγγύη, την καλοσύνη, την αγάπη, την ελπίδα ότι μέσα στο ζοφερό σκοτάδι της κοινωνίας μας υπάρχει ένα φως που μπορεί και δυναμώνει όταν προσπαθούμε καθένας/καθεμία ξεχωριστά και όλοι/όλες μαζί να μην σβήσει και την επιμονή ότι ο κόσμος θα αλλάξει. Αλλά, θα τον αλλάξουμε προς το καλύτερο κι ας είναι δύσκολο και χρονοβόρο και με αντιξοότητες και σκοπέλους.
Και φυσικά, τους ανθρώπους με τους οποίους νιώθω βαθιά χαρά που μοιραστήκαμε κι αυτή τη χρονιά, παρά τις όποιες δυσκολίες, διαφωνίες ή ακόμη και εντάσεις. Γιατί κάθε χρόνο συνειδητοποιώ ότι οι σχέσεις αλλάζουν, εξελίσσονται, επαναπροσδιορίζονται, κάποιες μένουν αναλλοίωτες, άλλες τροποποιούνται και άλλες λήγουν. Εκείνες που συνεχίζουν πιο δυνατές, γεμάτες πραγματική -δοκιμασμένη στα δύσκολα ή σε καίριες στιγμές- αγάπη είναι πάντα στα κερδισμένα. 

Για το 2019, λοιπόν, εύχομαι να είμαστε υγιείς εμείς κι οι αγαπημένοι μας άνθρωποι, ο καινούργιος χρόνος να μας βρει όλους και όλες εδώ και καλά, να γελάμε, να αγαπάμε/να μας αγαπούν και να το δείχνουμε, να ονειρευόμαστε, να αγκαλιαζόμαστε σφιχτά και περισσότερο, να προσπαθούμε γι' αυτό που θα μας κάνει ευτυχείς, αλλά και αυτό που θα κινήσει τον κόσμο έστω κι ένα χιλιοστό προς τη σωστή κατεύθυνση (κι ας μοιάζει ουτοπικό), να νιώθουμε και να είμαστε ελεύθεροι-ες, να σεβόμαστε εμάς και τους άλλους χωρίς αστερίσκους, να νοιαζόμαστε ουσιαστικά και πρακτικά για τους ανθρώπους που ξέρουμε και για εκείνους που μπορεί να μην έχουμε μπει στον κόπο να γνωρίσουμε, να τολμήσουμε να λέμε περισσότερα καλά, αντί για άσχημα, να προσπαθήσουμε να βελτιώσουμε τους εαυτούς μας έστω και λίγο, να μην χρειαστεί να μετανιώσουμε για τίποτε -είτε σωστό, είτε λάθος- και οι δυσκολίες που, αναπόφευκτα, θα έρθουν να είναι μικρές, ανώδυνες, διαχειρίσιμες, ήσσονος σημασίας, αλλά επιμορφωτικές.

Εύχομαι το 2019 να είναι μια πολύ καλή χρονιά, γενναιόδωρη σε υγεία, αγάπη, ευτυχία, γέλια, ζεστασιά, καλοσύνη, καλοτυχία, άπλετο φως, προσωπική και κοινωνική πρόοδο και κυρίως, μια χρονιά χωρίς άλλες απώλειες.

Φέτος, ας ανακαλύψουμε την καλύτερη εκδοχή του εαυτού μας, μαζί με τους γύρω μας.

                                                          Τρύπες- Ακούω την Αγάπη

Τετάρτη 25 Ιουλίου 2018

Φωτιές που καίνε μέσα μας...


Μέσα σε όλη αυτή την τραγωδία που εκτυλίσσεται από τη Δευτέρα στην Αττική, η πρώτη στιγμή που πήρα μια βαθιά ανάσα ήταν χθες νωρίς το απόγευμα. Στο φαρμακείο, ζήτησα από τον φαρμακοποιό όσα ήταν απαραίτητα (σύμφωνα με τη λίστα που είχαν δημοσιοποιήσει οι φορείς) κι εκείνος με ένα σφιγμένο χαμόγελο μού είπε "να δω τί έχω, δεν ξέρω τί έχει μείνει. Θα σου δώσω αυτή την κρέμα, έχει την ίδια δραστική ουσία". Όταν του ζήτησα γάζες για εγκαύματα, μου έκανε ένα νόημα αρνητικό "δεν έχει μείνει τίποτα. Θα σου δώσω απλώς τις αποστειρωμένες. Ξέρεις πόσοι έχουν έρθει από το πρωί; Πόσα έχουν πάρει; Ούτε που ξέρω." Εκείνη την ώρα, δεν το επεξεργάστηκα και μου βγήκε αυθόρμητα και χωρίς καμία απόχρωση ένα "λογικό, τέτοια μέρα". 

Λίγα δευτερόλεπτα μετά, μόλις βγήκα, έβαλα τα κλάματα. 

Για την Αργυρούλα που έχασε το σπίτι της και κινδύνευσε η οικογένειά της, αλλά είναι όλοι καλά και οι φίλοι τους οργάνωσαν άμεσα μια εκστρατεία crowdfunding για να τους βοηθήσουν να ξαναχτίσουν ό,τι καταστράφηκε. Για τα παιδιά που έπαιζαν αμέριμνα στην αυλή ή στην παραλία και η φωτιά τα κυνήγησε, αλλά τελικά, γλίτωσαν και είναι ξανά με τους γονείς τους. Για τον άνθρωπο που εγκλωβίστηκε στο αυτοκίνητό του και κάποιος άγνωστος του άνοιξε την πόρτα και τον τράβηξε μαζί του. Για τους ηλικιωμένους που ήταν κλεισμένοι στο σπίτι τους και κάποιοι πυροσβέστες ή διασώστες πρόλαβαν και τους πήραν πριν φτάσει η φωτιά. 

Για το σκυλάκι που πανικοβλήθηκε, τραυματίστηκε και κάποιος το είδε, το πήρε αγκαλιά, έτρεξαν μαζί και ένας κτηνίατρος το φροντίζει τώρα. Για τον άνθρωπο που ήταν στον δρόμο μόνος και αποπροσανατολισμένος μέσα στον πανικό και τον καπνό, πηγαίνοντας προς την λάθος κατεύθυνση, και κάποιοι τον είδαν και τον φώναξαν να τους ακολουθήσει, σώζοντάς τον. Για τους ανθρώπους που κολυμπούσαν επί ώρες στα ανοιχτά για να γλιτώσουν, χωρίς να ξέρουν αν θα τα καταφέρουν, και τους πλησίασαν οι ψαράδες με τις βάρκες, τους πήραν και τους έβγαλαν στο λιμάνι.


Για τον άνθρωπο που έχασε τα πάντα από τη φωτιά κι ένιωθε ανείπωτα μόνος και κάποιος άγνωστος τον πήρε αγκαλιά, χωρίς λόγο, για να ξέρει ότι δεν είναι μόνος. Για τους γονείς που μαζί με τα παιδάκια τους είναι ανέστιοι πια, χωρίς τα απαραίτητα, ενώ μια άλλη μαμά με τα παιδιά της έφτασε στον χώρο συγκέντρωσης των ειδών με τεράστιες σακούλες γεμάτες με τα απαραίτητα, αλλά και με παιχνίδια, που θα φτάσουν στους πρώτους. Για τον εγκαυματία που χρειάζεται επειγόντως αίμα και θα το έχει, σε λίγο καιρό θα γίνει καλά και θα βγει, γιατί τα τμήματα αιμοδοσίας των νοσοκομείων είναι γεμάτα με εθελοντές αιμοδότες που περιμένουν τη σειρά τους.

Γιατί για όλα τ' άλλα, που μας έχουν αδειάσει σαν την άμμο από σακί, δεν υπάρχουν λόγια. Αλλά, αυτή η "ανθρωπίλα" στον αέρα κάνει το οξυγόνο λίγο περισσότερο. 
Σ' αυτό το μαζί κρύβονται η δύναμη, το κουράγιο, η ζωή, η ουσία. (Ίσως μόνο, να έπρεπε αυτό το μαζί να φαίνεται καθημερινά.)

Κυριακή 22 Ιουλίου 2018

Μάνος Ελευθερίου, 80 χρόνια δημιουργίας (αρκούν;)


Κοντά μια δεκαετία πριν, ο καθηγητής μας στο εργαστήριο ραδιοφώνου του τμήματος και τότε αναπληρωτής διευθυντής ειδήσεων στο ραδιόφωνο της ΕΡΤ, Μιχάλης Κυριακίδης, μας είχε πάει να επισκεφθούμε το Ραδιομέγαρο για να δούμε από κοντά τις εγκαταστάσεις του ραδιοφώνου. Περνώντας από τους διαδρόμους και κοιτώντας με αγνή, αυθόρμητη και αδηφάγα περιέργεια τις πόρτες που ανοιγόκλειναν, τα γραφεία, τον εξοπλισμό, τα στούντιο, βλέπουμε ξαφνικά μπροστά μας, να κάθεται δίπλα σε μια πόρτα (στούντιο ή γραφείου, θα σας γελάσω), σε ένα σκαμπό, χαμογελαστός και ήρεμος, ο Μάνος Ελευθερίου. 
Χαιρετήθηκαν με τον καθηγητή μας, τον οποίο ρώτησε ποιοι-ες είμαστε και αφού εκείνος του εξήγησε, χαμογέλασε, μας ρώτησε αν μας αρέσει το ραδιόφωνο και μετά τις δειλές ή ενθουσιώδεις απαντήσεις, μας ευχήθηκε καλή σταδιοδρομία. 
Θυμάμαι ακόμη τη στιγμή που τον είδα, απολύτως πραγματικό και σε απόσταση μερικών βημάτων και τον ενθουσιασμό με τον οποίο ψιθύρισα στη φίλη μου "μπροστά μας είναι ο Μάνος Ελευθερίου, ο ποιητής!"


Ακολούθησαν μερικές φορές ακόμη, μέσα στα χρόνια, που τύχαινε να τον συναντώ σε παραστάσεις ή παρουσιάσεις βιβλίων, πάντα χαμογελαστό και ευγενή σε κάθε βλέμμα με το οποίο διασταυρωνόταν το δικό του. 
Μία από τις τελευταίες ήταν το φθινόπωρο του 2016, στο "Poems 'n' Crimes" των εκδόσεων Γαβριηλίδη, όπου παρουσίαζε (και τί πραγματική κι ανέλπιστη τιμή!) την πρώτη ποιητική συλλογή ενός νέου ποιητή, του Τάσου Θεοτόκη. Η γενναιοδωρία στα λόγια, αλλά και στον τρόπο του, η ενθάρρυνση προς τον νέο ποιητή (αλλά και εν γένει τους νέους), η γλυκύτητα, η σεμνότητα, ο αυτοσαρκασμός και το λεπτό, αν και οξύ, χιούμορ του, ο μαγικός τρόπος του να "γκρεμίζει" τον φόβο -αλλά όχι τα πρόσωπα και τις έννοιες- απέναντι στα αριστουργήματα, τους ανεπανάληπτους ποιητές, τις ιερές μορφές που χαρακτήρισαν την ποίηση και διαμόρφωσαν τον κόσμο, απέδειξαν εκ νέου γιατί αυτός ο άνθρωπος κατάφερε να γίνει τόσο αγαπητός σε τόσους πολλούς ανθρώπους. Όλοι-ες έχουμε σιγοτραγουδήσει τους στίχους του, κάποιοι προχώρησαν και στην μη μελοποιημένη ποίησή του, άλλοι στην πεζογραφία του και κάποιοι άλλοι τον ακολουθούσαν ως πιστοί ακροατές στις ραδιοφωνικές του εκπομπές.

Ο Μάνος Ελευθερίου έφυγε από τη ζωή σήμερα το πρωί, 22 Ιουλίου 2018, από καρδιακή ανακοπή, μετά από μία σοβαρή επέμβαση στην οποία υποβλήθηκε, αφήνοντας ένα κενό που, όσο κοινότοπο κι αν ακούγεται σε τέτοιες περιπτώσεις, είναι πράγματι δυσαναπλήρωτο. Πλήρης ημερών και έργων μεν, αλλά με πολλά ακόμη που θα μπορούσε να μας χαρίσει με την παρουσία και το ανήσυχο πνεύμα του.

Έχει γράψει υπέροχα, δυνατά, τραγούδια που έγιναν κτήμα όλων μας ("Μαλαματένια λόγια", "Ποιος τη ζωή μου", "Άλλος για Χίο τράβηξε" κλπ), αλλά εγώ θα αγαπώ πάντα λίγο περισσότερο αυτό:
Τάνια Τσανακλίδου- Τυχαίες συναντήσεις (μουσική Γιάννης Σπανός, στίχοι Μάνος Ελευθερίου)

*Η πολιτική κηδεία του θα γίνει την Τρίτη 24 Ιουλίου, στις 12μμ, στο Α' Νεκροταφείο.

Πέμπτη 12 Ιουλίου 2018

"Ελλάς Μονάχου", μια γλυκόπικρη ωδή στο να τολμάς να φεύγεις



Οι σκηνοθέτες και καλλιτεχνικοί διευθυντές της Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου, Ανέστης Αζάς και Πρόδρομος Τσινικόρης, παρουσιάζουν στην Πειραιώς 260 (Χώρος Ε), στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, μέχρι και απόψε, Πέμπτη 12 Ιουλίου, το "Ελλάς Μονάχου", μια παράσταση που εμπίπτει στο θέατρο ντοκιμαντέρ, με θέμα τη μετανάστευση των νέων ανθρώπων από την Ελλάδα στο Μόναχο της Γερμανίας.

Η πρεμιέρα έγινε στο Μόναχο στα μέσα Μαρτίου και έχει ήδη παρουσιαστεί συνολικά έντεκα φορές εκεί, αλλά την Τρίτη 10 Ιουλίου έκανε την επίσημη πρεμιέρα της επί ελληνικού εδάφους.
Πρόκειται για μια γλυκόπικρη παράσταση, αυτή τη γεύση αφήνει, μαζί με πολλές-πολλές σκέψεις και προβληματισμούς, ειδικά για όλους-ες εμάς που ανήκουμε στη γενιά που μεγάλωσε στην εποχή της ελληνικής "ευμάρειας", αλλά πριν καν μπει στην ενήλικη ζωή, η περίφημη οικονομική κρίση έκανε με πάταγο την εμφάνισή της.

Επί σκηνής, βρίσκεται ο ένας εκ των δύο σκηνοθετών, ο Πρόδρομος Τσινικόρης, που -όπως λέει και ο ίδιος ξεκινώντας- έχει μεταναστευτικό παρελθόν, γι' αυτό και βρίσκεται εκεί, μαζί με τους τρεις Έλληνες μετανάστες, την Κατερίνα, τον Άγγελο και τον Βαλάντη, που μιλούν για τις δικές τους μεταναστευτικές εμπειρίες, διαφορετικές μεν, αλλά με αρκετές δυσκολίες και μια κοινή άποψη, ότι δεν μετάνιωσαν που έφυγαν και δεν θέλουν να επιστρέψουν στην Ελλάδα. Τουλάχιστον, όπως συνεχίζει να είναι η εργασιακή και οικονομική κατάσταση εδώ.



Ενδιάμεσα, ακούγονται και άλλοι μετανάστες, ακόμη και παλαιότερων γενεών, όπως η μητέρα του Πρόδρομου, αλλά και ο κύριος Λαυρέντης που, μετά τη συνταξιοδότησή του, επιστρέφει στην Ελλάδα και είπε δύο από τα πιο συγκινητικά και δυνατά πράγματα που ακούστηκαν.

Το πρώτο ήταν ότι δεν ήταν ευτυχισμένοι εκεί, γιατί δεν ρίζωσαν ποτέ στον καινούργιο τόπο, ήταν πάντα σαν σε μια νοητή αίθουσα αναμονής για να επιστρέψουν στην Ελλάδα και συμβούλεψε τους νεότερους, να μην κάνουν το ίδιο λάθος. Να φτιάχνουν ρίζες, να ζουν τη ζωή τους εκεί που συμβαίνει, τη στιγμή που συμβαίνει.  Και το δεύτερο, ότι ευτυχία δεν είναι να έχεις χρήματα, αλλά να έχεις χρόνο.

Αυτός ο άνθρωπος που αισθάνεται ότι δεν έχει ρίζες στη Γερμανία, επιστρέφοντας για να μείνει στην Ελλάδα, αποφάσισε να φυτέψει μερικές δεκάδες ελιές, αλλά όχι για να τις αξιοποιήσει με κάποιο τρόπο άμεσα. Όσο ψυχαναλυτικό ή ρομαντικό κι αν ακούγεται, είναι σαν να αποφάσισε ότι θέλει να "ριζώσει" εδώ πια...





Ο πατέρας της Κατερίνας -μέσω ηχητικού μηνύματος- τής υπενθυμίζει ότι, ό,τι και να συμβεί, μπορεί πάντα να γυρίσει πίσω χωρίς δεύτερη σκέψη (αχ, αθάνατη ελληνική οικογένεια που δεν έχεις μόνο παθογένειες, αλλά και μια δύναμη, μια θαλπωρή που ησυχάζει την ψυχή τις πιο κρίσιμες στιγμές).

Και οι τρεις πρωταγωνιστές που αντιμετώπισαν τις δυσκολίες της ελληνικής κρίσης και του πόσο δύσκολο είναι τελικά να προσπαθείς να υπάρξεις, να ζήσεις σε μια χώρα που όλα είναι υπό κατάρρευση, πήραν τη μεγάλη απόφαση να μεταναστεύσουν και κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν, επίσης, πολύ μεγάλες δυσκολίες, αλλά τελικά, τα κατάφεραν και είναι καλά. Έχουν κι άλλα βήματα προς την επίτευξη των στόχων τους, αλλά είναι καλά, γιατί ξέρουν ότι ακόμη και με τις δυσκολίες που υπάρχουν στην Γερμανία, μπορούν να νιώθουν πιο ήρεμοι, να κοιμούνται πιο ήσυχοι.

Με μια θαυμαστή ισορροπία και προσέγγιση, οι δύο σκηνοθέτες έχουν καταφέρει να μην είναι τόσο βαρύ, τόσο φορτισμένο συναισθηματικά το κλίμα καθ' όλη τη διάρκεια της παράστασης, αλλά να υπάρχουν πολλές στιγμές πιο ανάλαφρες, με γέλιο απαραίτητο και βαθιές ανάσες.

Κλείνει με έναν πραγματικά απρόσμενο (με την πολύ καλή έννοια, της απαραίτητης ανάλαφρης ανάσας, όπως ανέφερα προηγουμένως) τρόπο, αλλά αυτό που επίσης, με συγκίνησε ήταν όταν -πριν το τέλος- ο Πρόδρομος μίλησε κι εκείνος ως μετανάστης -βέβαια, εν προκειμένω, εξ αντιστροφής, καθώς γεννήθηκε στη Γερμανία, αλλά σπούδασε, ζει και εργάζεται στην Ελλάδα. Είπε, λοιπόν, ότι δεν μπορεί να πει ότι είναι ευτυχισμένος, αλλά ευτυχία δεν είναι το πού είσαι, η ευτυχία είναι εκεί όπου είναι οι άνθρωποι που αγαπάς. Κι έχει ένα οχυρό που δεν θα πέσει έτσι εύκολα -προσωπικά, συμφωνώ απολύτως επ' αυτού.



Μπορεί να φύγαμε με υγρά μάτια, αλλά και με χαμόγελο, μπορεί να υπήρξε ένα σφίξιμο στην καρδιά και στο στομάχι, καθώς επίσης να μας δημιούργησε αρκετούς προβληματισμούς, αλλά είναι μία πολύ δυνατή, καλοφτιαγμένη (αλλά καθόλου στυλιζαρισμένη) σε όλα τα συστατικά της και πραγματικά, καταπληκτική παράσταση.

Αν είστε τυχεροί και έχετε προμηθευτεί τα εισιτήριά σας, θα την απολαύσετε. Αν είστε πολύ-πολύ τυχεροί και βρείτε τελευταία στιγμή εισιτήρια (αν υπάρχουν), επίσης. Για τους υπόλοιπους, ας ευχηθούμε να μην τελειώσει στο Φεστιβάλ η πορεία της παράστασης στην Ελλάδα.

Τελευταία παράσταση: Πέμπτη 12 Ιουλίου 2018, στις 9μμ, στον χώρο Ε της Πειραιώς 260.


Κείμενο - Σκηνοθεσία: Ανέστης Αζάς, Πρόδρομος Τσινικόρης
Δραματουργία: Christine Milz
Σκηνικά - Κοστούμια: Ελένη Στρούλια

Μουσική: Πάνος Μανουηλίδης
Συμμετέχουν: Πρόδρομος Τσινικόρης και Έλληνες πολίτες του Μονάχου: Άγγελος Γεωργιάδης, Βαλάντης Μπεΐνογλου, Κατερίνα Σόφτση.
Παραγωγή της Münchner Kammerspiele σε συμπαραγωγή με το Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου.