Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου 2010

Ο ύπνος του αδίκου κι ο εφιάλτης του δικαίου...

Το Σάββατο το βράδυ, παρακολούθησα την ταινία "Sleepers"(1996), την οποία έβλεπα πρώτη φορά και ομολογώ ότι με συγκλόνισε. Τα συναισθήματα που μου δημιούργησε ήταν ακόμη πιο έντονα κι από την ταινία "Μαθήματα αμερικανικής Ιστορίας". Δύο ταινίες που η βία εκτός, αλλά κυρίως, εντός των σωφρονιστικών -κατ' ευφημισμόν- ιδρυμάτων ξεπερνά τη φαντασία και δημιουργεί τα πιο απεχθή και άσχημα συναισθήματα στον θεατή, αλλά και έντονο προβληματισμό.
Μια ομάδα παιδιών, τη δεκαετία του '60, καταδικάζονται σε έναν χρόνο φυλάκιση για κλοπή και φόνο εξ αμελείας, καθώς κλέβουν το καρότσι από έναν υπαίθριο πωλητή σάντουιτς, το οποίο πέφτει από τις σκάλες σκοτώνοντας έναν περαστικό. Το Γουίλκινσον είναι το σωφρονιστικό ίδρυμα αγοριών όπου οδηγούνται οι τέσσερις πρωταγωνιστές, εξωτερικά θυμίζει κολέγιο ή ιδιωτικό σχολείο, εσωτερικά είναι απλώς ένα κολαστήριο. Ο φύλακας στέκεται έξω απ' το κελί και ζητά από τον έναν να γδυθεί μπροστά του, κάνοντας σεξουαλικού περιεχομένου σχόλια. Αυτό είναι το λιγότερο από όσα ανατριχιαστικά θα ακολουθήσουν. Σε μια συμπλοκή του ενός με έναν άλλο τρόφιμο κατά τη διάρκεια του μεσημεριανού, ο ίδιος φύλακας (στο ρόλο ο Κέβιν Μπέηκον) αναγκάζει την παρέα των τεσσάρων να φάει από το πάτωμα ό,τι έχει πέσει κάτω. Η παρέμβαση άλλου φύλακα είναι λυτρωτική προς στιγμήν, καθώς η συνέχεια σε κάνει να θυμώνεις, να παγώνεις, να αηδιάζεις και να δακρύζεις.
Αργότερα, ο φύλακας με άλλους συναδέλφους του και ανάλογων προτιμήσεων, αναγκάζουν τα παιδιά να έρθουν σε σεξουαλική επαφή μαζί τους, οι βιασμοί δεν τελειώνουν ποτέ. Η ταινία δεν δείχνει τέτοιου είδους σκηνές -ευτυχώς- αρκείται στο λεκτικό επίπεδο που προϊδεάζει και στην εξαιρετική σκηνοθεσία, όπου η κάμερα φεύγει αργά προς το κενό ή ένα διάδρομο. Σε αγώνα ανάμεσα στα παιδιά και τους φύλακες, τα παιδιά κερδίζουν, αποτέλεσμα η δολοφονία ενός Αφροαμερικανού που βοήθησε στη νίκη, ο βιασμός και ο, μέχρι τελικής πτώσης, ξυλοδαρμός των παιδιών.
Η στιγμή που συγκινεί περισσότερο είναι η, λιτή και χωρίς εξάρσεις, δήλωση ενός από τα παιδιά: "Θέλω να κοιμηθώ ένα βράδυ και να μην φοβάμαι μήπως ανοίξει η πόρτα και τί θα συμβεί". Αυτή η φράση χτυπάει στην καρδιά, ειδικά όταν βγαίνει από τα χείλη ενός παιδιού.
Η σκηνή που δεν μπορείς να ξεχάσεις, λόγω της ατμόσφαιρας, του περιεχομένου, αλλά και του τρόμου στο βλέμμα του πρωταγωνιστή, είναι όταν πια φτάνει το τελευταίο βράδυ του στη φυλακή -οι υπόλοιποι θα αποφυλακισθούν αρκετούς μήνες αργότερα- είναι ξύπνιος και ανοίγει ο φύλακας την πόρτα του κελιού του λέγοντας:"θα έπρεπε κανονικά να κοιμάσαι. Θέλουμε όλοι να σε αποχαιρετήσουμε". Οδηγεί τους τέσσερις νεαρούς, μαζί με άλλους φύλακες, σ' έναν υπόγειο χώρο με διαδρόμους, μιλώντας για τις υπερωρίες του, ενώ τα παιδιά προχωρούν με βλέμμα παγωμένο γνωρίζοντας πως η θανατική καταδίκη θα ήταν λύτρωση από αυτό που τους συμβαίνει. Η κάμερα φεύγει προς την αντίθετη κατεύθυνση μέσα στους διαδρόμους, ενώ ο αφηγητής λέει πως αυτή η νύχτα θα τους σημάδευε για πάντα.
Χρόνια αργότερα, θα εξομολογηθεί στον πνευματικό του (Ρόμπερτ Ντε Νίρο) και στην παιδική τους φίλη, πως οι φύλακες τους έδεναν και τους ανάγκαζαν να βλέπουν τους βιασμούς των φίλων τους και πως έφταναν στο σημείο να λιποθυμούν από τη διαστροφική συμπεριφορά τους.
Ο αφηγητής γίνεται δημοσιογράφος, ο άλλος φίλος δικηγόρος και οι δύο τελευταίοι εκτελεστές. Σε ένα μπαρ, βλέπουν τον βασανιστή τους, τον οποίο και εκτελούν εν ψυχρώ. Οι μάρτυρες αρκετοί και η σύλληψη άμεση. Ο δικηγόρος ζητά να είναι πολιτική αγωγή, όχι για να καταδικαστούν οι φίλοι του, αλλά για να χάσει τη δίκη ο ίδιος, ώστε να αποδοθεί δικαιοσύνη.
Ο ιερέας καταθέτει ψευδώς πως βρίσκονταν μαζί του, καθώς πιστεύει, γνωρίζοντας πια τί είχαν περάσει στα χέρια του, πως για ό,τι είναι σήμερα ευθύνεται ο νεκρός. Οι δυο εκτελεστές αθωώνονται,λίγο καιρό αργότερα δολοφονούνται, ο δικηγόρος παραιτείται και ζει μόνος, δουλεύοντας ως ξυλουργός, στην Ιταλία και ο δημοσιογράφος γράφει την ιστορία του και τη δημοσιεύει στηλιτεύοντας την Αμερικανική κοινωνία.
Στο τέλος της ταινίας, εμφανίζεται ένα κείμενο που γράφει πως η Αμερικανική κυβέρνηση υποστηρίζει πως δεν υπάρχουν τέτοιες συνθήκες και φαινόμενα στα σωφρονιστικά ιδρύματα και πως τέτοια δίκη δεν διεξήχθη ποτέ, καθώς δεν βρίσκονται στοιχεία στα αρχεία. Ο δημοσιογράφος ωστόσο, ισχυρίζεται έως σήμερα πως αυτά συνέβησαν, απλώς άλλαξε κάποια ονόματα και στοιχεία για να μην ταυτοποιούνται.
Ο λόγος που αναφέρομαι στην ταινία δεν είναι τόσο αυτή καθαυτή, όσο το ότι εγώ πιστεύω ότι συμβαίνουν τέτοια διεστραμμένα εγκλήματα σε βάρος παιδιών και φυλακισμένων και όχι μόνο στην Αμερική.
Θα θυμηθώ, τη συνέντευξη ενός νεαρού από τη Μυτιλήνη, που όπως απεδείχθη, κατηγορήθηκε και καταδικάστηκε άδικα για βιασμούς, ο οποίος σε εκπομπή της Τ. Στεφανίδου και σε ερώτηση αν στη φυλακή του συνέβησαν άσχημα πράγματα, δήλωσε πως δεν θέλει να θυμάται τίποτα, θέλει να ξεχάσει πως έγιναν όλα αυτά και δεν θέλει να μιλήσει για εκείνα. Μιλάμε για έναν άνθρωπο που καταδικάστηκε για βιασμό, φαντάζομαι ότι γνωρίζετε ποιό είναι το "τελετουργικό" της φυλακής για τους βιαστές...Οφθαλμός αντί οφθαλμού. Αυτό τα λέει όλα. Και να είσαι βιαστής, καλά να πάθεις, σου αξίζει -αν και πάλι είναι εξίσου απάνθρωπο- αλλά να έχεις καταδικαστεί άδικα και να ζεις αυτή την κόλαση, είναι πέραν της ανθρώπινης λογικής.
Όταν η δικαιοσύνη είναι τυφλή κι όταν κάνεις τη φυλακή ζούγκλα , τότε μην τη χαρακτηρίζεις σωφρονιστικό ίδρυμα, αλλά εκπαιδευτήριο αποκτήνωσης. Και να ήταν μόνο στις φυλακές; Στα ορφανοτροφεία τί γίνεται; Δεν κατηγορώ, ούτε χαρακτηρίζω όλους τους εργαζόμενους σε αυτούς τους χώρους διεστραμμένους, κι όχι για να είμαστε πολιτικώς ορθοί, αλλά γιατί υπάρχουν άνθρωποι που είναι ΆΝΘΡΩΠΟΙ, χωρίς εισαγωγικά και χωρίς υπονοούμενα κι αυτό αξίζει τον σεβασμό και το θαυμασμό μας.
Δυστυχώς, είναι λίγοι, πολύ λίγοι και προσπαθούν για το καλύτερο όταν όλοι πολεμούν αυτούς.
Σε μεγάλο ποσοστό, οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι είτε φοβούνται, είτε συνεργάζονται, είτε βασανίζουν τους τροφίμους, πόσω μάλλον όταν σε μια φυλακή συνυπάρχουν εγκληματίες του χειρίστου είδους, βιαστές, κατά συρροή δολοφόνοι, με μικροαπατεώνες ή όσους δεν μπόρεσαν να πληρώσουν τις οφειλές τους στο Δημόσιο. Για ποιό σωφρονισμό μιλάμε, όταν οι άκακοι θα βγουν από τις φυλακές έχοντας μαθητεύσει ή υποστεί τη σκοτεινή πλευρά της κοινωνίας, εκεί όπου δεν υπάρχει διαφυγή και σωτηρία;! Άρα, από άκακους ανθρώπους, έχουμε φυντάνια εγκληματιών ή ανθρώπους γεμάτους πληγές, τραύματα και απωθημένα στην ψυχή και στην αξιοπρέπειά τους, που είναι άλλοι άνθρωποι, χωρίς ζωή.
Στα ορφανοτροφεία, όλα αυτά τα χρόνια ακούμε καταγγελίες παιδιών που έζησαν τη βία και την κακοποίηση ή συναδέλφων αυτών που την άσκησαν. Τα παιδιά που βιώνουν κάτι τέτοιο χρόνια ολόκληρα, πώς μπορούν να μάθουν να ζουν χωρίς φόβο, χωρίς μίσος, χωρίς ανοιχτές πληγές, πώς μπορούν να αφήσουν την ευτυχία να τους βρει; Πώς μπορούν, ακόμη κι αν η δύναμη είναι η αντίδρασή τους σ' αυτό που περνούν, να μεγαλώσουν και να γίνουν οι άνθρωποι που ονειρεύονταν; Χωρίς κάπου βαθιά οι πληγές να μην πονάνε, χωρίς να παγώσουν τα συναισθήματά τους;
Αντί τα αρμόδια υπουργεία να ασχολούνται με την επάνδρωση, των χώρων που αναφέραμε, με ανθρώπους υγιείς πνευματικά, που έχουν περάσει πάμπολλα και επανειλημμένα ψυχολογικά τεστ, και να βρίσκονται υπό συνεχή επίβλεψη, ασχολούνται με το να αποστέλλουν επιστολές συγνώμης και με το να προσπαθούν να συγκαλύπτουν όσα συμβαίνουν. Το ακόμη χειρότερο είναι να φοβόμαστε να καταγγείλουμε και να στηλιτεύσουμε αυτές τις συμπεριφορές, γιατί μπορεί να μας μηνύσουν, να μας βγάλουν τρελούς, να μας φορτώνουν με διάφορους χαρακτηρισμούς και κατηγορίες, και ίσως, να προσπαθήσουν να αποσιωπήσουν το θέμα με...μη ενδεδειγμένες μεθόδους. Ο νοών νοείτω.
Είμαστε πολύ νέοι για να συμβιβαζόμαστε και να υποτασσόμαστε στο κατεστημένο και κυρίως στο αρρωστημένο, οπότε εύχομαι να είμαστε πολλοί όσοι λυπούμαστε, ανατριχιάζουμε, αηδιάζουμε, εξοργιζόμαστε, διαφωνούμε και αντιδρούμε στην υποκρισία και τη διαστροφή.
Πολλές φορές, μια ταινία σου θυμίζει πως η πραγματικότητα μπορεί να είναι τρισχειρότερη από τη μυθοπλασία. Κι αυτό είναι απογοητευτικό, γιατί αυτό είναι απόγνωση.