Πέμπτη 14 Ιουνίου 2012

Μια λαμπερή βραδιά...

Ένα πολύ όμορφο βράδυ Τρίτης περάσαμε στο 104 Κέντρο Λόγου και Τέχνης των εκδόσεων Καστανιώτη.
Η Αμάντα Μιχαλοπούλου παρουσίασε το νέο της βιβλίο, μια συλλογή διηγημάτων, με τίτλο "Λαμπερή Μέρα", με έναν ιδιαίτερο και πολύ ευχάριστο τρόπο. Τρία διηγήματα ανέγνωσαν και έπαιξαν στη σκηνή του θεάτρου ο Γιώργος Πυρπασόπουλος και η Αλεξάνδρα Αϊδίνη.
Στο κέντρο της σκηνής βρίσκονταν ένα μακρόστενο τραπέζι καλυμμένο με κόκκινο τραπεζομάντιλο, δύο σερβίτσια και δύο ποτήρια λευκό κρασί. Πίσω τους η λαμπερή (καθόλου τυχαία επιλογή επομένως) Μαριέττα Φαφούτη έπαιζε πιάνο ντύνοντας μουσικά τις σκηνές και τραγούδησε ΄κάποια από τα τραγούδια της στο ενδιάμεσο των διηγημάτων.
Μόλις ολοκληρώθηκε η αυτή η ενότητα το τραπέζι άδειασε και έλαβαν θέσεις η συγγραφέας Αμάντα Μιχαλοπούλου και ο δημοσιογράφος-συγγραφέας Ηλίας Μαγκλίνης, ο οποίος αφού έκανε μία ιδιαιτέρως όμορφη και εγκωμιαστική εισαγωγή, έθεσε ερωτήματα προς απάντηση.
Πώς αποφάσισε να γυρίσει στην Ελλάδα μετά από επτά χρόνια στη Γερμανία, αλλά και πώς έφυγε εξαρχής. Η απάντηση απλή(για έναν συγγραφέα), ήθελε να μείνει για έναν χρόνο στη Γερμανία ώστε να γράψει τι βιβλίο εκεί που διαδραματιζόταν η ιστορία. Αποτέλεσμα αυτής της...μετακόμισης φυσικά το βιβλίο. Η επιστροφή απλώς συνέβη, δεν υπήρξε δεύτερη σκέψη, απλώς έγινε.
Τα ταξίδια είναι κομμάτι της ζωής της, αν έχει πολύ καιρό να ταξιδέψει νιώθει πως κάτι κακό συμβαίνει, κάτι δεν πάει καλά. Είναι και μέρος της δημιουργικής διαδικασίας, γράφει πάντα όταν βρίσκεται σε άλλο σημείο της Γης, κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού.
Η κόρη της έθεσε νέα όρια στον τρόπο που γράφει. Λόγω έλλειψης χρόνου, καθώς έπρεπε να φροντίζει το μωρό της, δεν μπορούσε να γράψει ένα μυθιστόρημα, μια μεγάλη ολοκληρωμένη ιστορία κι έτσι άρχισε να γράφει διηγήματα. Όπως πολύ χαρακτηριστικά είπε, πολλές φορές όταν σου θέτουν όρια στο πώς θα γράψεις, ανοίγονται ορίζονται και βλέπεις επιλογές που ούτε καν είχαν περάσει απ' το μυαλό σου.
Το βιβλίο είναι αφιερωμένο σ' έναν φίλο που έχασε. Είναι κι ένας τρόπος να διαχειριστεί την απώλεια, αν και η χρονική στιγμή την βρίσκει στο μέσον. Κοντά στη μέση ηλικία αρχίζεις να βλέπεις τις προηγούμενες γενιές να "φεύγουν" και ξαφνικά οι συνομήλικοι να παθαίνουν ατυχήματα πολύ συχνότερα και πολύ περισσότερα. Κι αυτό σε βάζει σε μια διαδικασία ν' αρχίσεις ν' αποδέχεσαι ότι δεν θα ζήσεις για πάντα, αλλά ν' αποδεχτείς και τον ίδιο το θάνατο.
Άλλωστε όταν ο Ηλίας Μαγκλίνης τη ρώτησε τί σκέφτεται μόλις ακούει τη λέξη χωρισμός, η απάντηση ήταν "αποχωρισμός", γιατί αυτό έχει κάτι ακόμη πιο σκληρό, ότι αποκόβεσαι από κάτι ή κάποιον. Οριστικά.
Έχουν περάσει 18 χρόνια από τότε που βγήκε το πρώτο της βιβλίο, "Έξω η ζωή είναι πολύχρωμη". Αυτό το "έξω" είναι το σημαντικό, όχι εκεί που ζουν οι ήρωες, αλλά έξω, γιατί είναι βέβαιο ότι υπάρχει, απλώς κάπου αλλού, με την ελπίδα να το βρουν. Αυτό ισχύει και στο ομώνυμο διήγημα του βιβλίου "Λαμπερή μέρα". Ελπίζουν ότι θα έρθει μια τέτοια μέρα, δεν την ζουν. Είναι κάπως περίεργο, κρύβει μια αισιοδοξία μέσα στην απαισιοδοξία και και το αντίστροφο. Το "αύριο", άλλωστε, στα κινέζικα σημαίνει "λαμπερή μέρα", για αυτό το λαό, το αύριο, το μέλλον φαντάζει λαμπρό, έχει μια βαθιά αισιοδοξία. Ασχέτως του αν όταν φτάνει είναι όντως λαμπρό.





 Όλα της τα βιβλία έχουν κάτι το μεταφυσικό, μ' έναν τρόπο που μπαίνει και μοιάζει φυσικός μέσα στην ιστορία, αλλά αυτή τη φορά ετοιμάζει κάτι που ξεφεύγει από κάθε έννοια ρεαλισμού, κάτι πολύ διαφορετικό απ' όσα έχει γράψει μέχρι στιγμής.
Το "αύριο" στα κινέζικα σημαίνει "λαμπερή μέρα", για αυτό το λαό, το αύριο, το μέλλον φαντάζει λαμπρό, έχει μια βαθιά αισιοδοξία.
Ερωτήσεις το κοινό δεν θέλησε να κάνει, είχαν ειπωθεί όσα έπρεπε κι έτσι η συνέχεια είχε κρασί και μεζεδάκια με πολύ-πολύ κόσμο και πολλή-πολλή ζέστη!
Η Μαριέττα κατεβαίνει -αιθέρια πάντα- τα σκαλιά, αγκαλιαζόμαστε, φιλιόμαστε, κάνουμε αέρα, ανακατευόμαστε με τους ανθρώπους, συγγραφείς, ηθοποιούς, τραγουδιστές, αναγνώστες και θαυμαστές, δημοσιογράφους, σε μια γωνιά η Αμάντα Μιχαλοπούλου υπογράφει το βιβλίο της κι ο κόσμος πηγαινοέρχεται. Η Θεμιστοκλέους εκεί λίγο πριν το λόφο του Στρέφη γεμάτη κόσμο, νεαρόκοσμο γεμάτο κέφι και ζωντάνια, μεσήλικοι ντυμένοι πιο σοβαρά, ηλικιωμένες κυρίες και κύριοι που βρήκαν ευκαιρία να βάλουν τα -πολλά- καλά τους ρούχα και να βρεθούν σε έναν χώρο πολιτισμού Τρίτη βράδυ. Ένα ανάμεικτο κοινό αποκομμένο από την τρέλα των ημερών και των ανθρώπων με οικοδέσποινα έναν πολύ γλυκό άνθρωπο.

Υ.Γ. Συγχωρέστε με για τις ...κάπως θολές φωτογραφίες, αλλά δεν ήθελα να χρησιμοποιήσω φλας, θα ήταν τεράστια αγένεια να χάλαγε μια τόσο όμορφη ατμόσφαιρα.